헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ζωστήρ

3군 변화 명사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ζωστήρ ζωστῆρος

형태분석: ζωστηρ (어간)

어원: zw/nnumi

  1. 벨트, 띠, 허리띠, 거들
  1. a girdle, a warrior's belt or baldric, the belt
  2. a woman's girdle.

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ζωστήρ

벨트가

ζωστῆρε

벨트들이

ζωστῆρες

벨트들이

속격 ζωστῆρος

벨트의

ζωστήροιν

벨트들의

ζωστήρων

벨트들의

여격 ζωστῆρι

벨트에게

ζωστήροιν

벨트들에게

ζωστῆρσιν*

벨트들에게

대격 ζωστῆρα

벨트를

ζωστῆρε

벨트들을

ζωστῆρας

벨트들을

호격 ζωστήρ

벨트야

ζωστῆρε

벨트들아

ζωστῆρες

벨트들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τὸν ἱππευτάν τ’ Ἀμαζό‐ νων στρατὸν Μαιῶτιν ἀμφὶ πολυπόταμον ἔβα δι’ Ἄ‐ ξεινον οἶδμα λίμνασ, τίν’ οὐκ ἀφ’ Ἑλλανίασ ἄγορον ἁλίσασ φίλων, κόρασ Ἀρείασ πέπλων χρυσεόστολον φάροσ, ζωστῆροσ ὀλεθρίουσ ἄγρασ. (Euripides, Heracles, choral, strophe 31)

    (에우리피데스, Heracles, choral, strophe 31)

  • τίσ οὖν μᾶλλον ἐν τῷ σχολαστικῷ βίῳ τούτῳ κατεγήρασεν ἢ Χρύσιπποσ καὶ Κλεάνθησ καὶ Διογένησ καὶ Ζήνων καὶ Ἀντίπατροσ, οἵ γε καὶ τὰσ αὑτῶν κατέλιπον πατρίδασ, οὐδὲν ἐγκαλοῦντεσ ἀλλ’ ὅπωσ καθ’ ἡσυχίαν ἐν τῷ Ωἰδείῳ καὶ ἐπὶ Ζωστῆροσ σχολάζοντεσ καὶ φιλολογοῦντεσ διάγωσιν; (Plutarch, De Stoicorum repugnantiis, section 2 7:1)

    (플루타르코스, De Stoicorum repugnantiis, section 2 7:1)

  • Πενθεὺσ μὲν φεῦγεν πεφοβημένοσ, αἱ δ’ ἐδίωκον, πέπλωσ ἐκ ζωστῆροσ ἐπ’ ἰγνύαν ἐρύσαισαι. (Theocritus, Idylls, 7)

    (테오크리토스, Idylls, 7)

  • καί τισ ἀνὴρ ἐν τούτῳ Σκύθησ, ὄνομα Ὀλκάβασ, αὐτόμολοσ ὢν ἐσ Λεύκολλον ἐκ πολλοῦ, καὶ παρὰ τήνδε τὴν ἱππομαχίαν πολλοὺσ περισώσασ, καὶ δι’ αὐτὸ παρὰ τοῦ Λευκόλλου τραπέζησ τε καὶ γνώμησ καὶ ἀπορρήτων ἀξιούμενοσ, ἧκεν ἐπὶ τὴν σκηνὴν αὐτοῦ περὶ μεσημβρίαν ἀναπαυομένου, καὶ ἐσελθεῖν ἐβιάζετο, βραχὺ καὶ σύνηθεσ ἐπὶ τοῦ ζωστῆροσ ἐγχειρίδιον περικείμενοσ. (Appian, The Foreign Wars, chapter 12 1:13)

    (아피아노스, The Foreign Wars, chapter 12 1:13)

  • ἣ δὲ τόσον μὲν ἐέργεν ἀπὸ χροὸσ ὡσ ὅτε μήτηρ παιδὸσ ἐέργῃ μυῖαν ὅθ’ ἡδέϊ λέξεται ὕπνῳ, αὐτὴ δ’ αὖτ’ ἴθυνεν ὅθι ζωστῆροσ ὀχῆεσ χρύσειοι σύνεχον καὶ διπλόοσ ἤντετο θώρηξ. (Homer, Iliad, Book 4 13:2)

    (호메로스, 일리아스, Book 4 13:2)

유의어

  1. 벨트

  2. a woman's girdle

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION