헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ζωστήρ

3군 변화 명사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ζωστήρ ζωστῆρος

형태분석: ζωστηρ (어간)

어원: zw/nnumi

  1. 벨트, 띠, 허리띠, 거들
  1. a girdle, a warrior's belt or baldric, the belt
  2. a woman's girdle.

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ζωστήρ

벨트가

ζωστῆρε

벨트들이

ζωστῆρες

벨트들이

속격 ζωστῆρος

벨트의

ζωστήροιν

벨트들의

ζωστήρων

벨트들의

여격 ζωστῆρι

벨트에게

ζωστήροιν

벨트들에게

ζωστῆρσιν*

벨트들에게

대격 ζωστῆρα

벨트를

ζωστῆρε

벨트들을

ζωστῆρας

벨트들을

호격 ζωστήρ

벨트야

ζωστῆρε

벨트들아

ζωστῆρες

벨트들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • "οὐχ ὥσπερ ἡ Ἀθηνᾶ πρὸ τοῦ Μενελάου τὸ βέλοσ εἰσ τὰ καρτερώτατα τῶν ὅπλων ὑπάγουσα, θώρακι καὶ μίτρᾳ καὶ ζωστῆρι τῆσ πληγῆσ τὸν τόνον ἀφεῖλε θιγούσησ; (Plutarch, De Alexandri magni fortuna aut virtute, chapter 2, section 10 1:2)

    (플루타르코스, De Alexandri magni fortuna aut virtute, chapter 2, section 10 1:2)

  • "οὐχ ὥσπερ ἡ Ἀθηνᾶ πρὸ τοῦ Μενελάου τὸ βέλοσ εἰσ τὰ καρτερώτατα τῶν ὅπλων ὑπάγουσα, θώρακι καὶ μίτρᾳ καὶ ζωστῆρι τῆσ πληγῆσ τὸν τόνον ἀφεῖλε θιγούσησ τοῦ σώματοσ, ὅσον αἵματι πρόφασιν ῥυῆναι, ἀλλὰ γυμνὰ παρέχουσα τοῖσ βέλεσι τὰ καίρια, καὶ δι’ ὀστέων έλαύνουσα τὰσ πληγάσ, καὶ περιτρέχουσα κύκλῳ τὸ σῶμα, καὶ πολιορκοῦσα τὰσ ὄψεισ, τὰσ βάσεισ, ἐμποδίζουσα τὰσ διώξεισ, περισπῶσα τὰσ νίκασ, ἀνατρέπουσα τὰσ ἐλπίδασ. (Plutarch, De Alexandri magni fortuna aut virtute, chapter 2, section 101)

    (플루타르코스, De Alexandri magni fortuna aut virtute, chapter 2, section 101)

  • Ἕκτωρ μέν, ᾧ δὴ τοῦδ’ ἐδωρήθη πάρα, ζωστῆρι πρισθεὶσ ἱππικῶν ἐξ ἀντύγων ἐκνάπτετ’ αἰέν, ἔστ’ ἀπέψυξεν βίον· (Sophocles, Ajax, episode 1:24)

    (소포클레스, Ajax, episode 1:24)

  • ἐκ μὲν γὰρ λασίοιο δασύτριχοσ εἶχε τράγοιο κνακὸν δέρμ’ ὤμοισι νέασ ταμίσοιο ποτόσδον, ἀμφὶ δέ οἱ στήθεσσι γέρων ἐσφίγγετο πέπλοσ ζωστῆρι πλακερῷ, ῥοικὰν δ’ ἔχεν ἀγριελαίω δεξιτερᾷ κορύναν. (Theocritus, Idylls, 5)

    (테오크리토스, Idylls, 5)

  • τεθέντοσ δὲ τοῦ ζυγοῦ πρῶτον μὲν αὐτὸ τὸ τάλαντον ὁ Κελτὸσ βαρύτερον τοῦ δικαίου παρῆν φέρων, ἔπειτα ἀγανακτούντων πρὸσ τοῦτο τῶν Ῥωμαίων τοσούτου ἐδέησε μετριάσαι περὶ τὸ δίκαιον, ὥστε καὶ τὴν μάχαιραν ἅμα τῇ θήκῃ καὶ τῷ ζωστῆρι περιελόμενοσ ἐπέθηκε τοῖσ σταθμοῖσ. (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, Books X-XX, book 13, chapter 9 2:2)

    (디오니시오스, Antiquitates Romanae, Books X-XX, book 13, chapter 9 2:2)

유의어

  1. 벨트

  2. a woman's girdle

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION