헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

χειμερινός

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: χειμερινός χειμερινή χειμερινόν

형태분석: χειμεριν (어간) + ος (어미)

어원: xei=ma

  1. of or in winter
  2. stormy

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 χειμερινός

(이)가

χειμερινή

(이)가

χειμερινόν

(것)가

속격 χειμερινοῦ

(이)의

χειμερινῆς

(이)의

χειμερινοῦ

(것)의

여격 χειμερινῷ

(이)에게

χειμερινῇ

(이)에게

χειμερινῷ

(것)에게

대격 χειμερινόν

(이)를

χειμερινήν

(이)를

χειμερινόν

(것)를

호격 χειμερινέ

(이)야

χειμερινή

(이)야

χειμερινόν

(것)야

쌍수주/대/호 χειμερινώ

(이)들이

χειμερινᾱ́

(이)들이

χειμερινώ

(것)들이

속/여 χειμερινοῖν

(이)들의

χειμεριναῖν

(이)들의

χειμερινοῖν

(것)들의

복수주격 χειμερινοί

(이)들이

χειμεριναί

(이)들이

χειμερινά

(것)들이

속격 χειμερινῶν

(이)들의

χειμερινῶν

(이)들의

χειμερινῶν

(것)들의

여격 χειμερινοῖς

(이)들에게

χειμεριναῖς

(이)들에게

χειμερινοῖς

(것)들에게

대격 χειμερινούς

(이)들을

χειμερινᾱ́ς

(이)들을

χειμερινά

(것)들을

호격 χειμερινοί

(이)들아

χειμεριναί

(이)들아

χειμερινά

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • διττῶν γὰρ ὄμβρων ἐν αὐτῇ γινομένων καθ’ ἕκαστον ἔτοσ, τοῦ μὲν χειμερινοῦ, καθὰ παρὰ τοῖσ ἄλλοισ, ὁ σπόροσ τῶν πυρίνων γίνεται καρπῶν, τοῦ δ’ ἑτέρου κατὰ τὴν θερινὴν τροπὴν σπείρεσθαι συμβαίνει τὴν ὄρυζαν καὶ τὸν βόσπορον, ἔτι δὲ σήσαμον καὶ κέγχρον· (Diodorus Siculus, Bibliotheca Historica, book 2, chapter 36 4:2)

    (디오도로스 시켈로스, Bibliotheca Historica, book 2, chapter 36 4:2)

  • " οὐ γὰρ τὸν ὅλον, ἀλλὰ τὸν ἐν τῷ ὠκεανῷ τοῦ ποταμοῦ ῥόον μέροσ ὄντα τοῦ ὠκεανοῦ, ὅν φησιν ὁ Κράτησ ἀνάχυσίν τινα καὶ κόλπον ἐπὶ τὸν νότιον πόλον ἀπὸ τοῦ χειμερινοῦ τροπικοῦ διήκοντα. (Strabo, Geography, book 1, chapter 1 14:12)

    (스트라본, 지리학, book 1, chapter 1 14:12)

  • ταῦτα δὴ εἰπόντοσ, εὐθύνει πάλιν οὐκ εὖ ὁ Ἵππαρχοσ, πρῶτον ἀντὶ τοῦ χειμερινοῦ τροπικοῦ τὸν θερινὸν δεξάμενοσ, εἶτ’ οὐκ οἰόμενοσ δεῖν μάρτυρι χρῆσθαι τῶν μαθηματικῶν ἀναστρολογήτῳ ἀνθρώπῳ, ὥσπερ τοῦ Ἐρατοσθένουσ προηγουμένωσ τὴν ἐκείνου μαρτυρίαν ἐγκρίνοντοσ, ἀλλ’ οὐ κοινῷ τινι ἔθει χρωμένου πρὸσ τοὺσ ματαιολογοῦντασ. (Strabo, Geography, book 2, chapter 1 36:9)

    (스트라본, 지리학, book 2, chapter 1 36:9)

유의어

  1. stormy

관련어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION