ὠφέλεια
1군 변화 명사; 여성
자동번역
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
ὠφέλεια
ὠφελείᾱς
형태분석:
ὠφελει
(어간)
+
α
(어미)
뜻
- 도움, 덕택, 원조, 지원
- 이익, 이득, 봉사, 복무, 은혜, 장점
- 전리품, 강탈, 약탈, 허물 벗기
- help, aid, succour (especially in war)
- profit, advantage, benefit, source of gain or profit, service
- (and especially) gain made in war, spoil, booty
곡용 정보
1군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- οἵτινεσ εἰσαγγείλαντόσ μου ἀπόρρητα εἰσ τὴν βουλὴν περὶ τῶν πραγμάτων, ὧν ἀποτελεσθέντων οὐκ εἰσὶ τῇ πόλει ταύτῃ μείζονεσ ὠφέλειαι, καὶ τούτων ἀποδεικνύντοσ μου τοῖσ βουλευταῖσ σαφεῖσ τε καὶ βεβαίουσ τὰσ ἀποδείξεισ, ἐκεῖ μὲν οὔτε τούτων τῶν ἀνδρῶν οἱ παραγενόμενοι ἐλέγχοντεσ οἱοῖ́ τ’ ἦσαν ἀποδεῖξαι εἴ τι μὴ ὀρθῶσ ἐλέγετο, οὔτ’ ἄλλοσ οὐδείσ, ἐνθάδε δὲ νῦν πειρῶνται διαβάλλειν. (Andocides, Speeches, 6:2)
(안도키데스, 연설, 6:2)
- ἀλλὰ μὴν τοῦ μαθεῖν τι καλὸν καὶ ἀγαθὸν καὶ τοῦ ἐπιμεληθῆναι τῶν τοιούτων τινόσ, δι’ ὧν ἄν τισ καὶ τὸ ἑαυτοῦ σῶμα καλῶσ διοικήσειε καὶ τὸν ἑαυτοῦ οἶκον καλῶσ οἰκονομήσειε καὶ φίλοισ καὶ πόλει ὠφέλιμοσ γένοιτο καὶ ἐχθρῶν κρατήσειεν, ἀφ’ ὧν οὐ μόνον ὠφέλειαι, ἀλλὰ καὶ ἡδοναὶ μέγισται γίγνονται, οἱ μὲν ἐγκρατεῖσ ἀπολαύουσι πράττοντεσ αὐτά, οἱ δ’ ἀκρατεῖσ οὐδενὸσ μετέχουσι. (Xenophon, Memorabilia, , chapter 5 11:1)
(크세노폰, Memorabilia, , chapter 5 11:1)
- ὥστε τῷ γ’ ἔργῳ πάλαι <τῆσ πόλεωσ> ταῦτ’ ἐστι, καὶ οὔτ’ ἐγὼ ἀφῃρημένοσ ἀδικεῖσθαι οἰήσομαι, ὑμῖν τε πλείουσ οὕτωσ αἱ ὠφέλειαι ἢ εἰ δημεύσαιτε. (Lysias, Speeches, 80:3)
(리시아스, Speeches, 80:3)
- πρῶτον μὲν οἱ σύμμαχοι μὴ φρουραῖσ, ἀλλὰ τῷ ταὐτὰ συμφέρειν ὑμῖν κἀκείνοισ ὦσιν οἰκεῖοι, ἔπειθ’ οἱ στρατηγοὶ μὴ ξένουσ ἔχοντεσ τοὺσ μὲν συμμάχουσ ἄγωσι καὶ φέρωσι, τοὺσ δὲ πολεμίουσ μηδ’ ὁρῶσιν, ἀφ’ ὧν αἱ μὲν ὠφέλειαι τούτων εἰσὶν ἴδιαι, τὰ δὲ μίση καὶ τὰ ἐγκλήματα ἐφ’ ὅλην ἔρχεται τὴν πόλιν, ἀλλὰ πολίτασ τοὺσ ἀκολουθοῦντασ ἔχοντεσ τοὺσ ἐχθρούσ, ἃ νῦν τοὺσ φίλουσ, ποιῶσιν. (Demosthenes, Speeches 11-20, 7:2)
(데모스테네스, Speeches 11-20, 7:2)
- τοῦ μέντοι πολλοὺσ ἀδεῶσ ταύτην τὴν τάξιν αἱρεῖσθαι τῆσ πολιτείασ, ἴσωσ μὲν αἱ παρὰ τῶν μισθοδοτούντων αὐτοὺσ ὠφέλειαι μάλιστ’ αἴτιαι, οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ ὑμᾶσ ἄν τισ ἔχοι δικαίωσ αἰτιᾶσθαι. (Demosthenes, Speeches 11-20, 42:1)
(데모스테네스, Speeches 11-20, 42:1)
유의어
-
도움
- παραβοήθεια (도움, 덕택, 원조)
- τιμώρημα (도움, 덕택, 원조)
- ἐπικουρία (지원, 덕택, 도움)
- ἐπάρκεσις (지원, 덕택, 도움)
- ἐπωφελία (도움, 도움말, 덕택)
- ἐπαρωγή (도움, 덕택, 원조)
- προσωφέλημα (help or aid in)
- ἐπιβοήθεια (a coming to aid, succour)
- βοή (aid called for, succour)
- ὄνειαρ (지원, 이익, 이득)
- ἄρκεσις (도움, 원조, 덕택)
- τιμωρίᾱ (도움, 덕택, 원조)
- προσωφέλησις (도움, 덕택, 원조)