헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ὀλιγανθρωπία

1군 변화 명사; 여성 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ὀλιγανθρωπία

형태분석: ὀλιγανθρωπι (어간) + ᾱ (어미)

어원: from o)liga/nqrwpos

  1. scantiness of men

곡용 정보

1군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὀλιγανθρωπία γὰρ ἐν τῷ ἄστει γέγονε. (Xenophon, Memorabilia, , chapter 7 3:6)

    (크세노폰, Memorabilia, , chapter 7 3:6)

  • καὶ τοῦτο μὲν δὴ θαυμαστὸν ὄν, ὅτε κατ’ ἀρχὰσ πρῶτον ἐγένετο ἐν τοῖσ παρ’ ὑμῖν τόποισ, πολέμου τινὸσ αὐτό, ὥσ γ’ εἰκόσ, νομοθετήσαντοσ ἤ τινοσ ἑτέρου τὴν αὐτὴν δύναμιν ἔχοντοσ πράγματοσ ἐν ὀλιγανθρωπίαισ ὑπὸ πολλῆσ ἀπορίασ ἐχομένοισ, γευσαμένοισ δὲ καὶ ἀναγκασθεῖσι χρήσασθαι τοῖσ συσσιτίοισ ἔδοξεν μέγα διαφέρειν εἰσ σωτηρίαν τὸ νόμιμον, καὶ κατέστη δὴ τρόπῳ τινὶ τοιούτῳ τὸ ἐπιτήδευμα ὑμῖν τὸ τῶν συσσιτίων. (Plato, Laws, book 6 202:1)

    (플라톤, Laws, book 6 202:1)

  • ἐπέσχεν ἐν τοῖσ καθ’ ἡμᾶσ καιροῖσ τὴν Ἑλλάδα πᾶσαν ἀπαιδία καὶ συλλήβδην ὀλιγανθρωπία, δι’ ἣν αἵ τε πόλεισ ἐξηρημώθησαν καὶ ἀφορίαν εἶναι συνέβαινε, καίπερ οὔτε πολέμων συνεχῶν ἐσχηκότων ἡμᾶσ οὔτε λοιμικῶν περιστάσεων. (Polybius, Histories, book 36, ii. bellum macedonicum 5:2)

    (폴리비오스, Histories, book 36, ii. bellum macedonicum 5:2)

유의어

  1. scantiness of men

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION