헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ὑγρός

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ὑγρός

형태분석: ὑγρ (어간) + ος (어미)

  1. 축축한, 물기가 있는, 젖은
  1. wet, moist

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ὑγρός

축축한 (이)가

ὑγρᾱ́

축축한 (이)가

ύ̔γρον

축축한 (것)가

속격 ὑγροῦ

축축한 (이)의

ὑγρᾶς

축축한 (이)의

ύ̔γρου

축축한 (것)의

여격 ὑγρῷ

축축한 (이)에게

ὑγρᾷ

축축한 (이)에게

ύ̔γρῳ

축축한 (것)에게

대격 ὑγρόν

축축한 (이)를

ὑγρᾱ́ν

축축한 (이)를

ύ̔γρον

축축한 (것)를

호격 ὑγρέ

축축한 (이)야

ὑγρᾱ́

축축한 (이)야

ύ̔γρον

축축한 (것)야

쌍수주/대/호 ὑγρώ

축축한 (이)들이

ὑγρᾱ́

축축한 (이)들이

ύ̔γρω

축축한 (것)들이

속/여 ὑγροῖν

축축한 (이)들의

ὑγραῖν

축축한 (이)들의

ύ̔γροιν

축축한 (것)들의

복수주격 ὑγροί

축축한 (이)들이

ὑγραί

축축한 (이)들이

ύ̔γρα

축축한 (것)들이

속격 ὑγρῶν

축축한 (이)들의

ὑγρῶν

축축한 (이)들의

ύ̔γρων

축축한 (것)들의

여격 ὑγροῖς

축축한 (이)들에게

ὑγραῖς

축축한 (이)들에게

ύ̔γροις

축축한 (것)들에게

대격 ὑγρούς

축축한 (이)들을

ὑγρᾱ́ς

축축한 (이)들을

ύ̔γρα

축축한 (것)들을

호격 ὑγροί

축축한 (이)들아

ὑγραί

축축한 (이)들아

ύ̔γρα

축축한 (것)들아

원급 비교급 최상급
형용사 ὑγρός

ὑγροῦ

축축한 (이)의

ὑγρότερος

ὑγροτεροῦ

더 축축한 (이)의

ὑγρότατος

ὑγροτατοῦ

가장 축축한 (이)의

부사 ύ̔γρως

ὑγρότερον

ὑγρότατα

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ εἶπε πρὸσ αὐτὴν Σαμψών. ἐὰν δήσωσί με ἐν ἑπτὰ νευραῖσ ὑγραῖσ μὴ διεφθαρμέναισ, καὶ ἀσθενήσω καὶ ἔσομαι ὡσ εἷσ τῶν ἀνθρώπων. (Septuagint, Liber Iudicum 16:7)

    (70인역 성경, 판관기 16:7)

  • ὁρᾷσ τὸν ὑψοῦ τόνδ’ ἄπειρον αἰθέρα, καὶ γῆν πέριξ ἔχονθ’ ὑγραῖσ ἐν ἀγκάλαισ; (Plutarch, Ad principem ineruditum, chapter, section 3 4:4)

    (플루타르코스, Ad principem ineruditum, chapter, section 3 4:4)

  • ἀλλ’, ὦ γενναιότατε φιλοσόφων Τιμόκλεισ, εἰ ταῦτα ποιοῦντεσ οἱ τραγῳδοὶ πεπείκασί σε, ἀνάγκη δυοῖν θάτερον, ἤτοι Πῶλον καὶ Ἀριστόδημον καὶ Σάτυρον ἡγεῖσθαί σε θεοὺσ εἶναι τότε ἢ τὰ πρόσωπα τῶν θεῶν αὐτὰ καὶ τοὺσ ἐμβάτασ καὶ τοὺσ ποδήρεισ χιτῶνασ καὶ χλαμύδασ καὶ χειρῖδασ καὶ προγαστρίδια καὶ τἆλλα οἷσ ἐκεῖνοι σεμνύνουσι τὴν τραγῳδίαν, ὅπερ καὶ γελοιότατον ἐπεὶ καθ’ ἑαυτὸν ὁπόταν ὁ Εὐριπίδησ, μηδὲν ἐπειγούσησ τῆσ χρείασ τῶν δραμάτων, τὰ δοκοῦντὰ οἱ λέγῃ, ἀκούσῃ αὐτοῦ τότε παρρησιαζομένου, ὁρᾷσ τὸν ὑψοῦ τόνδ’ ἄπειρον αἰθέρα καὶ γῆν πέριξ ἔχονθ’ ὑγραῖσ ἐν ἀγκάλαισ ; (Lucian, Juppiter trageodeus, (no name) 41:4)

    (루키아노스, Juppiter trageodeus, (no name) 41:4)

  • ἡμεῖσ δέ, πόνουσ οὓσ ἐκ παιδὸσ μοχθοῦμεν ἀεί, πτόρθοισι δάφνησ στέφεσίν θ’ ἱεροῖσ ἐσόδουσ Φοίβου καθαρὰσ θήσομεν, ὑγραῖσ τε πέδον ῥανίσιν νοτερόν· (Euripides, Ion, choral, anapests7)

    (에우리피데스, Ion, choral, anapests7)

  • ὁρᾷσ τὸν ὑψοῦ τόνδ’ ἄπειρον αἰθέρα, καὶ γῆν πέριξ ἔχονθ’ ὑγραῖσ ἐν ἀγκάλαισ; (Plutarch, De exilio, section 5 7:2)

    (플루타르코스, De exilio, section 5 7:2)

유의어

  1. 축축한

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION