헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

τρίβος

2군 변화 명사; 남/여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: τρίβος τρίβου

형태분석: τριβ (어간) + ος (어미)

  1. 길, 도로, 로, 거리
  1. a worn or beaten track, road, path
  2. (figuratively) a path of life

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 τρίβος

길이

τρίβω

길들이

τρίβοι

길들이

속격 τρίβου

길의

τρίβοιν

길들의

τρίβων

길들의

여격 τρίβῳ

길에게

τρίβοιν

길들에게

τρίβοις

길들에게

대격 τρίβον

길을

τρίβω

길들을

τρίβους

길들을

호격 τρίβε

길아

τρίβω

길들아

τρίβοι

길들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ καὶ τοὺσ ἰχθύασ τῆσ θαλάσσησ, τὰ διαπορευόμενα τρίβουσ θαλασσῶν. (Septuagint, Liber Psalmorum 8:9)

    (70인역 성경, 시편 8:9)

  • τὴν ψυχήν μου ἐπέστρεψεν. ὡδήγησέ με ἐπὶ τρίβουσ δικαιοσύνησ ἕνεκεν τοῦ ὀνόματοσ αὐτοῦ. (Septuagint, Liber Psalmorum 22:3)

    (70인역 성경, 시편 22:3)

  • τὰσ ὁδούσ σου, Κύριε, γνώρισόν μοι, καὶ τὰσ τρίβουσ σου δίδαξόν με. (Septuagint, Liber Psalmorum 24:4)

    (70인역 성경, 시편 24:4)

  • καὶ οὐκ ἀπέστη εἰσ τὰ ὀπίσω ἡ καρδία ἡμῶν καὶ ἐξέκλινασ τὰσ τρίβουσ ἡμῶν ἀπὸ τῆσ ὁδοῦ σου. (Septuagint, Liber Psalmorum 43:19)

    (70인역 성경, 시편 43:19)

  • δοκίμασόν με, ὁ Θεόσ, καὶ γνῶθι τὴν καρδίαν μου, ἔτασόν με καὶ γνῶθι τὰσ τρίβουσ μου. (Septuagint, Liber Psalmorum 138:23)

    (70인역 성경, 시편 138:23)

유의어

  1. a path of life

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION