헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

τόκος

2군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: τόκος τόκου

형태분석: τοκ (어간) + ος (어미)

어원: ti/ktw

  1. 출산
  2. 자손, 자식
  3. 이자, 흥미
  4. 억압, 탄압
  1. childbirth, parturition
  2. offspring
  3. interest (of money)
  4. oppression

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 τόκος

출산이

τόκω

출산들이

τόκοι

출산들이

속격 τόκου

출산의

τόκοιν

출산들의

τόκων

출산들의

여격 τόκῳ

출산에게

τόκοιν

출산들에게

τόκοις

출산들에게

대격 τόκον

출산을

τόκω

출산들을

τόκους

출산들을

호격 τόκε

출산아

τόκω

출산들아

τόκοι

출산들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὁ πληθύνων τὸν πλοῦτον αὐτοῦ μετὰ τόκων καὶ πλεονασμῶν, τῷ ἐλεῶντι πτωχοὺσ συνάγει αὐτόν. (Septuagint, Liber Proverbiorum 28:8)

    (70인역 성경, 잠언 28:8)

  • Ἐφραὶμ ὡσ ὄρνεον ἐξεπετάσθη, αἱ δόξαι αὐτῶν ἐκ τόκων καὶ ὠδίνων καὶ συλλήψεων. (Septuagint, Prophetia Osee 9:11)

    (70인역 성경, 호세아서 9:11)

  • αὐτίκα γοῦν τῷ νόμῳ πολιτευόμενοσ, κἂν φιλάργυρόσ τισ ᾖ, βιάζεται τὸν ἑαυτοῦ τρόπον τοῖσ δεομένοισ δανείζων χωρὶσ τόκων, καὶ τὸ δάνειον τῶν ἑβδομάδων ἐνστασῶν χρεοκοπούμενοσ. (Septuagint, Liber Maccabees IV 2:8)

    (70인역 성경, Liber Maccabees IV 2:8)

  • τοὺσ γοῦν καταφρονεῖν παραινοῦντασ χρημάτων ἑώρων ἀπρὶξ ἐχομένουσ αὐτῶν καὶ περὶ τόκων διαφερομένουσ καὶ ἐπὶ μισθῷ παιδεύοντασ καὶ πάντα ἕνεκα τούτων ὑπομένοντασ, τούσ τε τὴν δόξαν ἀποβαλλομένουσ αὐτῆσ ταύτησ χάριν τὰ πάντα καὶ πράττοντασ καὶ λέγοντασ, ἡδονῆσ τε αὖ σχεδὸν ἅπαντασ κατηγοροῦντασ, ἰδίᾳ δὲ μόνῃ ταύτῃ προσηρτημένουσ. (Lucian, Necyomantia, (no name) 5:2)

    (루키아노스, Necyomantia, (no name) 5:2)

  • καὶ δακρύσει γ’ ἀξίωμ’ ἐμῶν τόκων. (Euripides, episode, lyric 2:16)

    (에우리피데스, episode, lyric 2:16)

유의어

  1. 출산

  2. 자손

  3. 억압

관련어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION