Ancient Greek-English Dictionary Language

συναπάγω

Non-contract Verb; Transliteration:

Principal Part: συναπάγω συναπάξω

Structure: συν (Prefix) + ἀπ (Prefix) + ά̓γ (Stem) + ω (Ending)

Sense

  1. to lead away with
  2. to be led away likewise
  3. to accommodate oneself to

Conjugation

Present tense

Active
1st person2nd person3rd person
IndicativeSingular συναπάγω συναπάγεις συναπάγει
Dual συναπάγετον συναπάγετον
Plural συναπάγομεν συναπάγετε συναπάγουσιν*
SubjunctiveSingular συναπάγω συναπάγῃς συναπάγῃ
Dual συναπάγητον συναπάγητον
Plural συναπάγωμεν συναπάγητε συναπάγωσιν*
OptativeSingular συναπάγοιμι συναπάγοις συναπάγοι
Dual συναπάγοιτον συναπαγοίτην
Plural συναπάγοιμεν συναπάγοιτε συναπάγοιεν
ImperativeSingular συναπάγε συναπαγέτω
Dual συναπάγετον συναπαγέτων
Plural συναπάγετε συναπαγόντων, συναπαγέτωσαν
Infinitive συναπάγειν
Participle MasculineFeminineNeuter
συναπαγων συναπαγοντος συναπαγουσα συναπαγουσης συναπαγον συναπαγοντος
Middle/Passive
1st person2nd person3rd person
IndicativeSingular συναπάγομαι συναπάγει, συναπάγῃ συναπάγεται
Dual συναπάγεσθον συναπάγεσθον
Plural συναπαγόμεθα συναπάγεσθε συναπάγονται
SubjunctiveSingular συναπάγωμαι συναπάγῃ συναπάγηται
Dual συναπάγησθον συναπάγησθον
Plural συναπαγώμεθα συναπάγησθε συναπάγωνται
OptativeSingular συναπαγοίμην συναπάγοιο συναπάγοιτο
Dual συναπάγοισθον συναπαγοίσθην
Plural συναπαγοίμεθα συναπάγοισθε συναπάγοιντο
ImperativeSingular συναπάγου συναπαγέσθω
Dual συναπάγεσθον συναπαγέσθων
Plural συναπάγεσθε συναπαγέσθων, συναπαγέσθωσαν
Infinitive συναπάγεσθαι
Participle MasculineFeminineNeuter
συναπαγομενος συναπαγομενου συναπαγομενη συναπαγομενης συναπαγομενον συναπαγομενου

Future tense

Imperfect tense

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Synonyms

  1. to lead away with

Derived

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION