- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

στῦλος?

2군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: stȳlos 고전 발음: [뛸:로] 신약 발음: [뛸로]

기본형: στῦλος στύλου

형태분석: στυλ (어간) + ος (어미)

  1. 기둥, 지지, 받침, 지주
  1. pillar, column, support
  2. wooden pole
  3. stile

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 στῦλος

기둥이

στύλω

기둥들이

στύλοι

기둥들이

속격 στύλου

기둥의

στύλοιν

기둥들의

στύλων

기둥들의

여격 στύλῳ

기둥에게

στύλοιν

기둥들에게

στύλοις

기둥들에게

대격 στύλον

기둥을

στύλω

기둥들을

στύλους

기둥들을

호격 στύλε

기둥아

στύλω

기둥들아

στύλοι

기둥들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὁ δὲ Θεὸς ἡγεῖτο αὐτῶν, ἡμέρας μὲν ἐν στύλῳ νεφέλης, δεῖξαι αὐτοῖς τὴν ὁδόν, τὴν δὲ νύκτα ἐν στύλῳ πυρός. (Septuagint, Liber Exodus 13:21)

    (70인역 성경, 탈출기 13:21)

  • οὐκ ἐξέλιπε δὲ ὁ στῦλος τῆς νεφέλης ἡμέρας καὶ ὁ στῦλος τοῦ πυρὸς νυκτὸς ἐναντίον τοῦ λαοῦ παντός. (Septuagint, Liber Exodus 13:22)

    (70인역 성경, 탈출기 13:22)

  • ἐξῇρε δὲ ὁ ἄγγελος τοῦ Θεοῦ ὁ προπορευόμενος τῆς παρεμβολῆς τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ καὶ ἐπορεύθη ἐκ τῶν ὄπισθεν. ἐξῇρε δὲ καὶ ὁ στῦλος τῆς νεφέλης ἀπὸ προσώπου αὐτῶν καὶ ἔστη ἐκ τῶν ὀπίσω αὐτῶν. (Septuagint, Liber Exodus 14:19)

    (70인역 성경, 탈출기 14:19)

  • ὡς δ᾿ ἂν εἰσῆλθε Μωυσῆς εἰς τὴν σκηνήν, κατέβαινεν ὁ στῦλος τῆς νεφέλης, καὶ ἵστατο ἐπὶ τὴν θύραν τῆς σκηνῆς, καὶ ἐλάλει Μωυσῇ. (Septuagint, Liber Exodus 33:9)

    (70인역 성경, 탈출기 33:9)

  • καὶ κατέβη Κύριος ἐν νεφέλῃ καὶ ἔστη παρὰ τὰς θύρας τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου, καὶ ἔστη ὁ στύλος τῆς νεφέλης παρὰ τὰς θύρας τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου. (Septuagint, Liber Deuteronomii 31:15)

    (70인역 성경, 신명기 31:15)

유의어

  1. 기둥

관련어

명사

형용사

부사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION