헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

σκευοφόρος

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: σκευοφόρος σκευοφόρον

형태분석: σκευοφορ (어간) + ος (어미)

어원: fe/rw

  1. carrying, baggage-, the beasts of burden in an army
  2. a baggage-carrier, porter, the sutlers, camp-followers

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 σκευοφόρος

(이)가

σκευόφορον

(것)가

속격 σκευοφόρου

(이)의

σκευοφόρου

(것)의

여격 σκευοφόρῳ

(이)에게

σκευοφόρῳ

(것)에게

대격 σκευοφόρον

(이)를

σκευόφορον

(것)를

호격 σκευοφόρε

(이)야

σκευόφορον

(것)야

쌍수주/대/호 σκευοφόρω

(이)들이

σκευοφόρω

(것)들이

속/여 σκευοφόροιν

(이)들의

σκευοφόροιν

(것)들의

복수주격 σκευοφόροι

(이)들이

σκευόφορα

(것)들이

속격 σκευοφόρων

(이)들의

σκευοφόρων

(것)들의

여격 σκευοφόροις

(이)들에게

σκευοφόροις

(것)들에게

대격 σκευοφόρους

(이)들을

σκευόφορα

(것)들을

호격 σκευοφόροι

(이)들아

σκευόφορα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τέλοσ δὲ τοῖσ Ἀντωνίου σκευοφόροισ ἐπιχειρήσαντεσ ἐκπώματα καὶ τραπέζασ πολυτελεῖσ κατέκοπτον καὶ διενέμοντο. (Plutarch, Antony, chapter 48 2:3)

    (플루타르코스, Antony, chapter 48 2:3)

  • κἀνταῦθα οἱ μέν τινεσ τῶν ξένων ἐστεφάνουν ἤδη τὸν Ἀγησίλαον, ἀγγέλλει δέ τισ αὐτῷ ὅτι Θηβαῖοι τοὺσ Ὀρχομενίουσ διακόψαντεσ ἐν τοῖσ σκευοφόροισ εἰσί. (Xenophon, Minor Works, , chapter 2 12:3)

    (크세노폰, Minor Works, , chapter 2 12:3)

  • ἐπὶ δὲ τοῖσ σκευοφόροισ οἱ ἀπὸ Θρᾴκησ πεζοὶ ἐσ φυλακὴν ἐτάχθησαν. (Arrian, Anabasis, book 3, chapter 12 5:2)

    (아리아노스, Anabasis, book 3, chapter 12 5:2)

  • τῶν δὲ ἐπιτεταγμένων τῇ πρώτῃ φάλαγγι οἱ ἡγεμόνεσ ὀξέωσ μαθόντεσ τὸ γιγνόμενον μεταβαλόντεσ, ᾗπερ παρήγγελτο αὐτοῖσ, τὴν τάξιν ἐπιγίγνονται κατὰ νώτου τοῖσ Πέρσαισ, καὶ πολλοὺσ μὲν αὐτῶν αὐτοῦ ἀμφὶ τοῖσ σκευοφόροισ ξυνεχομένουσ ἀπέκτειναν, οἱ δὲ αὐτῶν ἐγκλίναντεσ ἔφευγον. (Arrian, Anabasis, book 3, chapter 14 6:1)

    (아리아노스, Anabasis, book 3, chapter 14 6:1)

  • ταύτῃ δὲ αὐτῷ ἡ φυγὴ ἐπὶ Μηδίασ ἐγίγνετο, ὅτι ἐδόκει τὴν ἐπὶ Σούσων τε καὶ Βαβυλῶνοσ ἥξειν Ἀλέξανδρον ἐκ τῆσ μάχησ, ὅτι οἰκουμένη τε ἐκείνη πᾶσα ἦν καὶ ὁδὸσ τοῖσ σκευοφόροισ οὐ χαλεπὴ, καὶ ἅμα τοῦ πολέμου τὸ ἆθλον ἡ Βαβυλὼν καὶ τὰ Σοῦσα ἐφαίνετο· (Arrian, Anabasis, book 3, chapter 16 2:2)

    (아리아노스, Anabasis, book 3, chapter 16 2:2)

유의어

  1. carrying

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION