헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

προσαναβαίνω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: προσαναβαίνω προσαναβήσομαι

형태분석: προς (접두사) + ἀνα (접두사) + βαίν (어간) + ω (인칭어미)

  1. 되돌아가다, 돌아가다
  1. to go up or mount besides, to rise higher, to go back

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσαναβαίνω

(나는) 되돌아간다

προσαναβαίνεις

(너는) 되돌아간다

προσαναβαίνει

(그는) 되돌아간다

쌍수 προσαναβαίνετον

(너희 둘은) 되돌아간다

προσαναβαίνετον

(그 둘은) 되돌아간다

복수 προσαναβαίνομεν

(우리는) 되돌아간다

προσαναβαίνετε

(너희는) 되돌아간다

προσαναβαίνουσιν*

(그들은) 되돌아간다

접속법단수 προσαναβαίνω

(나는) 되돌아가자

προσαναβαίνῃς

(너는) 되돌아가자

προσαναβαίνῃ

(그는) 되돌아가자

쌍수 προσαναβαίνητον

(너희 둘은) 되돌아가자

προσαναβαίνητον

(그 둘은) 되돌아가자

복수 προσαναβαίνωμεν

(우리는) 되돌아가자

προσαναβαίνητε

(너희는) 되돌아가자

προσαναβαίνωσιν*

(그들은) 되돌아가자

기원법단수 προσαναβαίνοιμι

(나는) 되돌아가기를 (바라다)

προσαναβαίνοις

(너는) 되돌아가기를 (바라다)

προσαναβαίνοι

(그는) 되돌아가기를 (바라다)

쌍수 προσαναβαίνοιτον

(너희 둘은) 되돌아가기를 (바라다)

προσαναβαινοίτην

(그 둘은) 되돌아가기를 (바라다)

복수 προσαναβαίνοιμεν

(우리는) 되돌아가기를 (바라다)

προσαναβαίνοιτε

(너희는) 되돌아가기를 (바라다)

προσαναβαίνοιεν

(그들은) 되돌아가기를 (바라다)

명령법단수 προσαναβαίνε

(너는) 되돌아가라

προσαναβαινέτω

(그는) 되돌아가라

쌍수 προσαναβαίνετον

(너희 둘은) 되돌아가라

προσαναβαινέτων

(그 둘은) 되돌아가라

복수 προσαναβαίνετε

(너희는) 되돌아가라

προσαναβαινόντων, προσαναβαινέτωσαν

(그들은) 되돌아가라

부정사 προσαναβαίνειν

되돌아가는 것

분사 남성여성중성
προσαναβαινων

προσαναβαινοντος

προσαναβαινουσα

προσαναβαινουσης

προσαναβαινον

προσαναβαινοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσαναβαίνομαι

(나는) 되돌아가여진다

προσαναβαίνει, προσαναβαίνῃ

(너는) 되돌아가여진다

προσαναβαίνεται

(그는) 되돌아가여진다

쌍수 προσαναβαίνεσθον

(너희 둘은) 되돌아가여진다

προσαναβαίνεσθον

(그 둘은) 되돌아가여진다

복수 προσαναβαινόμεθα

(우리는) 되돌아가여진다

προσαναβαίνεσθε

(너희는) 되돌아가여진다

προσαναβαίνονται

(그들은) 되돌아가여진다

접속법단수 προσαναβαίνωμαι

(나는) 되돌아가여지자

προσαναβαίνῃ

(너는) 되돌아가여지자

προσαναβαίνηται

(그는) 되돌아가여지자

쌍수 προσαναβαίνησθον

(너희 둘은) 되돌아가여지자

προσαναβαίνησθον

(그 둘은) 되돌아가여지자

복수 προσαναβαινώμεθα

(우리는) 되돌아가여지자

προσαναβαίνησθε

(너희는) 되돌아가여지자

προσαναβαίνωνται

(그들은) 되돌아가여지자

기원법단수 προσαναβαινοίμην

(나는) 되돌아가여지기를 (바라다)

προσαναβαίνοιο

(너는) 되돌아가여지기를 (바라다)

προσαναβαίνοιτο

(그는) 되돌아가여지기를 (바라다)

쌍수 προσαναβαίνοισθον

(너희 둘은) 되돌아가여지기를 (바라다)

προσαναβαινοίσθην

(그 둘은) 되돌아가여지기를 (바라다)

복수 προσαναβαινοίμεθα

(우리는) 되돌아가여지기를 (바라다)

προσαναβαίνοισθε

(너희는) 되돌아가여지기를 (바라다)

προσαναβαίνοιντο

(그들은) 되돌아가여지기를 (바라다)

명령법단수 προσαναβαίνου

(너는) 되돌아가여져라

προσαναβαινέσθω

(그는) 되돌아가여져라

쌍수 προσαναβαίνεσθον

(너희 둘은) 되돌아가여져라

προσαναβαινέσθων

(그 둘은) 되돌아가여져라

복수 προσαναβαίνεσθε

(너희는) 되돌아가여져라

προσαναβαινέσθων, προσαναβαινέσθωσαν

(그들은) 되돌아가여져라

부정사 προσαναβαίνεσθαι

되돌아가여지는 것

분사 남성여성중성
προσαναβαινομενος

προσαναβαινομενου

προσαναβαινομενη

προσαναβαινομενης

προσαναβαινομενον

προσαναβαινομενου

미래 시제

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσαναβήσομαι

(나는) 되돌아가겠다

προσαναβήσει, προσαναβήσῃ

(너는) 되돌아가겠다

προσαναβήσεται

(그는) 되돌아가겠다

쌍수 προσαναβήσεσθον

(너희 둘은) 되돌아가겠다

προσαναβήσεσθον

(그 둘은) 되돌아가겠다

복수 προσαναβησόμεθα

(우리는) 되돌아가겠다

προσαναβήσεσθε

(너희는) 되돌아가겠다

προσαναβήσονται

(그들은) 되돌아가겠다

기원법단수 προσαναβησοίμην

(나는) 되돌아가겠기를 (바라다)

προσαναβήσοιο

(너는) 되돌아가겠기를 (바라다)

προσαναβήσοιτο

(그는) 되돌아가겠기를 (바라다)

쌍수 προσαναβήσοισθον

(너희 둘은) 되돌아가겠기를 (바라다)

προσαναβησοίσθην

(그 둘은) 되돌아가겠기를 (바라다)

복수 προσαναβησοίμεθα

(우리는) 되돌아가겠기를 (바라다)

προσαναβήσοισθε

(너희는) 되돌아가겠기를 (바라다)

προσαναβήσοιντο

(그들은) 되돌아가겠기를 (바라다)

부정사 προσαναβήσεσθαι

되돌아갈 것

분사 남성여성중성
προσαναβησομενος

προσαναβησομενου

προσαναβησομενη

προσαναβησομενης

προσαναβησομενον

προσαναβησομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσανέβαινον

(나는) 되돌아가고 있었다

προσανέβαινες

(너는) 되돌아가고 있었다

προσανέβαινεν*

(그는) 되돌아가고 있었다

쌍수 προσανεβαίνετον

(너희 둘은) 되돌아가고 있었다

προσανεβαινέτην

(그 둘은) 되돌아가고 있었다

복수 προσανεβαίνομεν

(우리는) 되돌아가고 있었다

προσανεβαίνετε

(너희는) 되돌아가고 있었다

προσανέβαινον

(그들은) 되돌아가고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσανεβαινόμην

(나는) 되돌아가여지고 있었다

προσανεβαίνου

(너는) 되돌아가여지고 있었다

προσανεβαίνετο

(그는) 되돌아가여지고 있었다

쌍수 προσανεβαίνεσθον

(너희 둘은) 되돌아가여지고 있었다

προσανεβαινέσθην

(그 둘은) 되돌아가여지고 있었다

복수 προσανεβαινόμεθα

(우리는) 되돌아가여지고 있었다

προσανεβαίνεσθε

(너희는) 되돌아가여지고 있었다

προσανεβαίνοντο

(그들은) 되돌아가여지고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION