- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ὅμιλος?

2군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: homilos 고전 발음: [호밀로] 신약 발음: [오밀로]

기본형: ὅμιλος ὁμιλου

형태분석: ὁμιλ (어간) + ος (어미)

어원: ὁμός, ἴλη

  1. 군중, 무리, 대중, 모임, 부대, 다수의 사람
  2. 군중, 혼란, 혼돈, 대중
  1. any assembled crowd, a throng of people, the mass of the people, the crowd, the crowd
  2. the throng, tumult, confusion

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ὅμιλος

군중이

ὁμίλω

군중들이

ὅμιλοι

군중들이

속격 ὁμίλου

군중의

ὁμίλοιν

군중들의

ὁμίλων

군중들의

여격 ὁμίλῳ

군중에게

ὁμίλοιν

군중들에게

ὁμίλοις

군중들에게

대격 ὅμιλον

군중을

ὁμίλω

군중들을

ὁμίλους

군중들을

호격 ὅμιλε

군중아

ὁμίλω

군중들아

ὅμιλοι

군중들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὁ μὲν δὴ πολὺς ὅμιλος, οὓς ἰδιώτας οἱ σοφοὶ καλοῦσιν, Ὁμήρῳ τε καὶ Ἡσιόδῳ καὶ τοῖς ἄλλοις μυθοποιοῖς περὶ τούτων πειθόμενοι καὶ νόμον θέμενοι τὴν ποίησιν αὐτῶν, τόπον τινα ὑπὸ τῇ γῇ βαθὺν Αἳδην ὑπειλήφασιν, μέγαν δὲ καὶ πολύχωρον τοῦτον εἶναι καὶ ζοφερὸν καὶ ἀνήλιον, οὐκ οἶδ ὅπως αὐτοῖς φωτίζεσθαι δοκοῦντα πρὸς τὸ καὶ καθορᾶν τῶν ἐνόντων ἕκαστον βασιλεύειν δὲ τοῦ χάσματος ἀδελφὸν τοῦ Διὸς Πλούτωνα κεκλημένον, ὥς μοι τῶν τὰ τοιαῦτα δεινῶν τις ἔλεγε, διὰ τὸ πλουτεῖν τοῖς νεκροῖς τῇ προσηγορίᾳ τετιμημένον. (Lucian, (no name) 2:1)

    (루키아노스, (no name) 2:1)

  • Ἀντισθένης μὲν οὖν καὶ Διογένης καὶ Κράτης καὶ Ζήνων καὶ Πλάτων καὶ Αἰσχίνης καὶ Ἀριστοτέλης καὶ πᾶς οὗτος ὁ ὅμιλος οὐδὲ εἶδον παράταξιν μόνος δὲ τολμήσας ἐξελθεῖν εἰς τὴν ἐπὶ Δηλίῳ ^ μάχην ὁ σοφὸς αὐτῶν Σωκράτης φεύγων ἐκεῖθεν ἀπὸ τῆς Πάρνηθος εἰς τὴν Ταυρέου παλαίστραν κατέφυγεν. (Lucian, De parasito sive artem esse parasiticam, (no name) 43:9)

    (루키아노스, De parasito sive artem esse parasiticam, (no name) 43:9)

  • ἐλέγοντο δὲ εἶναι μοιχοὶ καὶ πορνοβοσκοὶ καὶ τελῶναι καὶ κόλακες καὶ συκοφάνται καὶ τοιοῦτος ὅμιλος τῶν πάντα κυκώντων ἐν τῷ βίῳ. (Lucian, Necyomantia, (no name) 11:3)

    (루키아노스, Necyomantia, (no name) 11:3)

  • ἐθάμβησεν δὲ πᾶς θοινατόρων ὅμιλος ὄρνιθος πόνους. (Euripides, Ion, episode 6:3)

    (에우리피데스, Ion, episode 6:3)

  • πᾶς δ ἐς θένα ὅμιλος ἔρχεται δρόμῳ, σὴν παῖδ ὅπως ἴδωσιν: (Euripides, Iphigenia in Aulis, episode, dialogue 1:17)

    (에우리피데스, Iphigenia in Aulis, episode, dialogue 1:17)

유의어

  1. 군중

관련어

명사

형용사

동사

부사

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION