헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μισθοφόρος

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: μισθοφόρος μισθοφόρον

형태분석: μισθοφορ (어간) + ος (어미)

어원: fe/rw

  1. receiving wages or pay, serving for hire, mercenary
  2. mercenaries, manned with mercenaries

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 μισθοφόρος

(이)가

μισθόφορον

(것)가

속격 μισθοφόρου

(이)의

μισθοφόρου

(것)의

여격 μισθοφόρῳ

(이)에게

μισθοφόρῳ

(것)에게

대격 μισθοφόρον

(이)를

μισθόφορον

(것)를

호격 μισθοφόρε

(이)야

μισθόφορον

(것)야

쌍수주/대/호 μισθοφόρω

(이)들이

μισθοφόρω

(것)들이

속/여 μισθοφόροιν

(이)들의

μισθοφόροιν

(것)들의

복수주격 μισθοφόροι

(이)들이

μισθόφορα

(것)들이

속격 μισθοφόρων

(이)들의

μισθοφόρων

(것)들의

여격 μισθοφόροις

(이)들에게

μισθοφόροις

(것)들에게

대격 μισθοφόρους

(이)들을

μισθόφορα

(것)들을

호격 μισθοφόροι

(이)들아

μισθόφορα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • εἰ μὴ νὴ Δία βούλοιτό τισ παρεγχειρεῖν ὡσ Αἰμίλιοσ μὲν ἐρρωμένῳ Περσεῖ καὶ Ῥωμαίουσ νενικηκότι, Τιμολέων δὲ Διονυσίῳ παντάπασιν ἀπειρηκότι καὶ κατατετριμμένῳ συνέπεσε, καὶ πάλιν ὑπὲρ Τιμολέοντοσ, ὅτι πολλοὺσ μὲν τυράννουσ, μεγάλην δὲ τὴν Καρχηδονίων δύναμιν ἀπὸ τῆσ τυχούσησ στρατιᾶσ ἐνίκησεν, οὐχ ὥσπερ Αἰμίλιοσ ἀνδράσιν ἐμπειροπολέμοισ καὶ μεμαθηκόσιν ἄρχεσθαι χρώμενοσ, ἀλλὰ μισθοφόροισ οὖσι καὶ στρατιώταισ ἀτάκτοισ, πρὸσ ἡδονὴν εἰθισμένοισ στρατεύεσθαι. (Plutarch, Comparison of Timoleon and Aemilius, chapter 1 1:3)

    (플루타르코스, Comparison of Timoleon and Aemilius, chapter 1 1:3)

  • ἡμεῖσ δὲ οὕτωσ ὄντεσ ἄποροι καὶ τοσοῦτοι τὸ πλῆθοσ μισθοφόροισ τοῖσ στρατεύμασι πολεμοῦμεν ὥσπερ καὶ βασιλεὺσ ὁ μέγασ. (Dionysius of Halicarnassus, De Demosthene, chapter 19 4:5)

    (디오니시오스, De Demosthene, chapter 19 4:5)

  • ἐπεὶ δὲ τὰσ Ἄλπεισ κατέχοντεσ ἤδη προσηγγέλλοντο Κεκίνασ καὶ Οὐάλησ Οὐϊτελλίῳ στρατηγοῦντεσ, ἐν Ῥώμῃ Δολοβέλλασ, εὐπατρίδησ ἀνήρ, ὑποψίαν παρεῖχε τοῖσ μισθοφόροισ νεώτερα φρονεῖν. (Plutarch, Otho, chapter 5 1:1)

    (플루타르코스, Otho, chapter 5 1:1)

  • ᾤκουν δὴ τὸ μετὰ τοῦτο ἔξω τῆσ ἀκροπόλεωσ ἐν τοῖσ μισθοφόροισ· (Plato, Epistles, Letter 7 172:1)

    (플라톤, Epistles, Letter 7 172:1)

  • εἶτα μέντοι Σέλευκοσ αὐτὸσ ἀφεὶσ τὸν ἵππον καὶ τὸ κράνοσ ἀποθέμενοσ καὶ λαβὼν πέλτην ἀπήντα τοῖσ μισθοφόροισ, ἐπιδεικνύμενοσ αὑτὸν καὶ μεταβαλέσθαι παρακαλῶν, ἤδη ποτὲ συμφρονήσαντασ ὅτι φειδόμενοσ ἐκείνων, οὐ Δημητρίου, χρόνον πολὺν διατετέλεκεν. (Plutarch, Demetrius, chapter 49 2:2)

    (플루타르코스, Demetrius, chapter 49 2:2)

유의어

  1. receiving wages or pay

  2. mercenaries

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION