헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μισθοφόρος

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: μισθοφόρος μισθοφόρον

형태분석: μισθοφορ (어간) + ος (어미)

어원: fe/rw

  1. receiving wages or pay, serving for hire, mercenary
  2. mercenaries, manned with mercenaries

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 μισθοφόρος

(이)가

μισθόφορον

(것)가

속격 μισθοφόρου

(이)의

μισθοφόρου

(것)의

여격 μισθοφόρῳ

(이)에게

μισθοφόρῳ

(것)에게

대격 μισθοφόρον

(이)를

μισθόφορον

(것)를

호격 μισθοφόρε

(이)야

μισθόφορον

(것)야

쌍수주/대/호 μισθοφόρω

(이)들이

μισθοφόρω

(것)들이

속/여 μισθοφόροιν

(이)들의

μισθοφόροιν

(것)들의

복수주격 μισθοφόροι

(이)들이

μισθόφορα

(것)들이

속격 μισθοφόρων

(이)들의

μισθοφόρων

(것)들의

여격 μισθοφόροις

(이)들에게

μισθοφόροις

(것)들에게

대격 μισθοφόρους

(이)들을

μισθόφορα

(것)들을

호격 μισθοφόροι

(이)들아

μισθόφορα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὡσ δὴ μικρὰ μεγάλοισ εἰκάζειν, ἢν ἐθέλῃσ ἀρξάμενοσ ἀπὸ τῆσ τοῦ σωροῦ κορυφῆσ ἐφ̓ ἕκαστον τούτων, ἀφ̓ ὧν σύγκειται, καταβαίνειν, ὄψει ὅτι μεγέθει καὶ σμικρότητι διαλλάττομεν τῶν ἀκροτάτων, τα δ̓ ἄλλα μισθοφόροι ὁμοίωσ ἅπαντεσ. (Lucian, Apologia 31:3)

    (루키아노스, Apologia 31:3)

  • ἵππι’ ἄναξ Πόσειδον, ᾧ χαλκοκρότων ἵππων κτύποσ καὶ χρεμετισμὸσ ἁνδάνει καὶ κυανέμβολοι θοαὶ μισθοφόροι τριήρεισ, μειρακίων θ’ ἅμιλλα λαμπρυνομένων ἐν ἁρ́μασιν καὶ βαρυδαιμονούντων, δεῦρ’ ἔλθ’ ἐσ χορὸν ὦ χρυσοτρίαιν’ ὦ δελφίνων μεδέων Σουνιάρατε, ὦ Γεραίστιε παῖ Κρόνου, Φαρμίωνί τε φίλτατ’ ἐκ τῶν ἄλλων τε θεῶν Ἀθηναίοισ πρὸσ τὸ παρεστόσ. (Aristotle, Parabasis, strophe1)

    (아리스토텔레스, Parabasis, strophe1)

  • ἧκον μὲν γὰρ αὐτῷ δεηθέντι Βαστέρναι, μύριοι μὲν ἱππεῖσ, μύριοι δὲ παραβάται, μισθοφόροι πάντεσ, ἄνδρεσ οὐ γεωργεῖν εἰδότεσ, οὐ πλεῖν, οὐκ ἀπὸ ποιμνίων ζῆν νέμοντεσ, ἀλλ’ ἓν ἔργον καὶ μίαν τέχνην μελετῶντεσ ἀεὶ μάχεσθαι καὶ κρατεῖν τῶν ἀντιταττομένων. (Plutarch, Aemilius Paulus, chapter 12 2:2)

    (플루타르코스, Aemilius Paulus, chapter 12 2:2)

  • πρῶτοι δ’ οἱ Θρᾷκεσ ἐχώρουν, ὧν μάλιστά φησιν ἐκπλαγῆναι τὴν ὄψιν, ἄνδρεσ ὑψηλοὶ τὰ σώματα, λευκῷ καὶ περιλάμποντι θυρεῶν καὶ περικνημίδων ὁπλισμῷ μέλανασ ὑπενδεδυμένοι χιτῶνασ, ὀρθὰσ δὲ ῥομφαίασ βαρυσιδήρουσ ἀπὸ τῶν δεξιῶν ὤμων ἐπισείοντεσ, παρὰ δὲ τοὺσ Θρᾷκασ οἱ μισθοφόροι παρενέβαλλον, ὧν σκευαί τε παντοδαπαὶ, καὶ μεμιγμένοι Παίονεσ ἦσαν ἐπὶ δὲ τούτοισ ἄγημα τρίτον οἱ λογάδεσ, αὐτῶν Μακεδόνων ἀρετῇ καὶ ἡλικίᾳ τὸ καθαρώτατον, ἀστράπτοντεσ ἐπιχρύσοισ ὅπλοισ καὶ νεουργοῖσ φοινικίσιν. (Plutarch, Aemilius Paulus, chapter 18 3:1)

    (플루타르코스, Aemilius Paulus, chapter 18 3:1)

  • "οὗ ἡμιδεῆ ἅπαντα μερίδασ ποιήσαντεσ τῶν κρεῶν καὶ τῶν ἄρτων ἴσασ διαιροῦνται, ὥσπερ δὲ οἱ μισθοφόροι ἐν τῇ Ἑλλάδι μισθὸν ἀργύριον λαμβάνουσιν, οὕτωσ οὗτοι τὰ σιτία παρὰ τοῦ βασιλέωσ εἰσ ὑπόλογον λαμβάνουσιν. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 26 1:13)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 26 1:13)

유의어

  1. receiving wages or pay

  2. mercenaries

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION