헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μισθαρνία

1군 변화 명사; 여성 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: μισθαρνία

형태분석: μισθαρνι (어간) + ᾱ (어미)

어원: from misqarnh/s

  1. an earning of wages

곡용 정보

1군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οἱ γάρ ἐκ τῶν ἐργαστηρίων ἅπαντεσ ἀναπηδήσαντεσ ἐρήμουσ τὰσ τέχνασ ἐάσουσιν ὅταν ὁρῶσι σφᾶσ μέν, πονοῦντασ καὶ κάμνοντασ ἑώθεν ἐσ ἑσπέραν ἐπικεκυφότασ τοῖσ ἔργοισ, μόγισ ἀποζῶντασ ἐκ τῆσ τοιαύτησ μισθαρνίασ, ἀργοὺσ δὲ καὶ γόητασ ἀνθρώπουσ ἐν ἅπασιν ἀφθόνοισ βιοῦντασ, αἰτοῦντασ μὲν τυραννικῶσ, λαμβάνοντασ δὲ προχείρωσ, ἀγανακτοῦντασ δέ, εἰ μὴ λάβοιεν, οὐκ ἐπαινοῦντασ δέ, οὐδ’ εἰ λάβοιεν. (Lucian, Fugitivi, (no name) 17:2)

    (루키아노스, Fugitivi, (no name) 17:2)

  • οὐ γὰρ μόνον, ὡσ ἐοίκε, μισθαρνίασ καθαρὸν ἑαυτὸν ἐπὶ τὰσ δίκασ καὶ τοὺσ ἀγῶνασ παρεῖχεν, ἀλλ’ οὐδὲ τὴν δόξαν ὡσ μέγιστον ἀγαπῶν ἐφαίνετο τὴν ἀπὸ τῶν τοιούτων ἀγώνων, πολὺ δὲ μᾶλλον ἐν ταῖσ μάχαισ ταῖσ πρὸσ τοὺσ πολεμίουσ καὶ ταῖσ στρατείαισ βουλόμενοσ εὐδοκιμεῖν ἔτι μειράκιον ὢν τραυμάτων τὸ σῶμα μεστὸν ἐναντίων εἶχε. (Plutarch, Marcus Cato, chapter 1 5:1)

    (플루타르코스, Marcus Cato, chapter 1 5:1)

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION