헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μετέωρος

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: μετέωρος

형태분석: μετεωρ (어간) + ος (어미)

어원: epic meth/oros, q. v.,

  1. lifted up, on high, in air

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 μετέωρος

(이)가

μετέωρον

(것)가

속격 μετεώρου

(이)의

μετεώρου

(것)의

여격 μετεώρῳ

(이)에게

μετεώρῳ

(것)에게

대격 μετέωρον

(이)를

μετέωρον

(것)를

호격 μετέωρε

(이)야

μετέωρον

(것)야

쌍수주/대/호 μετεώρω

(이)들이

μετεώρω

(것)들이

속/여 μετεώροιν

(이)들의

μετεώροιν

(것)들의

복수주격 μετέωροι

(이)들이

μετέωρα

(것)들이

속격 μετεώρων

(이)들의

μετεώρων

(것)들의

여격 μετεώροις

(이)들에게

μετεώροις

(것)들에게

대격 μετεώρους

(이)들을

μετέωρα

(것)들을

호격 μετέωροι

(이)들아

μετέωρα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ᾦ Κύριε, σὺ ἐποίησασ τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν τῇ ἰσχύϊ σου τῇ μεγάλῃ καὶ τῷ βραχίονί σου τῷ ὑψηλῷ καὶ τῷ μετεώρῳ, οὐ μὴ ἀποκρυβῇ ἀπὸ σοῦ οὐθέν, (Septuagint, Liber Ieremiae 39:17)

    (70인역 성경, 예레미야서 39:17)

  • καὶ κρεμάσω αὐτὸν ἐν ὄρει μετεώρῳ τῷ Ἰσραὴλ καὶ καταφυτεύσω, καὶ ἐξοίσει βλαστὸν καὶ ποιήσει καρπὸν καὶ ἔσται εἰσ κέδρον μεγάλην, καὶ ἀναπαύσεται ὑποκάτω αὐτοῦ πᾶν θηρίον, καὶ πᾶν πετεινὸν ὑπὸ τὴν σκιὰν αὐτοῦ ἀναπαύσεται, τὰ κλήματα αὐτοῦ ἀποκατασταθήσεται. (Septuagint, Prophetia Ezechielis 17:23)

    (70인역 성경, 에제키엘서 17:23)

  • ἢν δέ τισ ἄρα βουληθῇ καὶ πομπικῷ καὶ μετεώρῳ καὶ λαμπρῷ ἵππῳ χρήσασθαι, οὐ μάλα μὲν τὰ τοιαῦτα ἐκ παντὸσ ἵππου γίγνεται, ἀλλὰ δεῖ ὑπάρξαι αὐτῷ καὶ τὴν ψυχὴν μεγαλόφρονα καὶ τὸ σῶμα εὔρωστον. (Xenophon, Minor Works, , chapter 11 2:1)

    (크세노폰, Minor Works, , chapter 11 2:1)

  • ἐὰν δὲ μετεώρῳ, ἀνάγκη πληγῆναι. (Xenophon, Minor Works, , chapter 10 14:3)

    (크세노폰, Minor Works, , chapter 10 14:3)

  • καὶ τὰσ μὲν πολλὰσ τῶν νεῶν πρὸ τοῦ λιμένοσ ἐν μετεώρῳ παρέταξαν, εἴ πῃ ἐκκαλέσαιντο ἐσ τὸ πέλαγοσ τοὺσ Μακεδόνασ, πέντε δὲ αὐτῶν εἰσέπλευσαν ἐσ τὸν μεταξὺ τῆσ τε Λάδησ νήσου καὶ τοῦ στρατοπέδου λιμένα, ἐλπίσαντεσ κενὰσ καταλήψεσθαι τὰσ Ἀλεξάνδρου ναῦσ, ὅτι τοὺσ ναύτασ ἀποσκεδάννυσθαι τὸ πολὺ ἀπὸ τῶν νεῶν τοὺσ μὲν ἐπὶ φρυγανισμῷ, τοὺσ δὲ ἐπὶ ξυγκομιδῇ τῶν ἐπιτηδείων, τοὺσ δὲ καὶ ἐσ προνομὰσ ταττομένουσ, πεπυσμένοι ἦσαν. (Arrian, Anabasis, book 1, chapter 19 9:1)

    (아리아노스, Anabasis, book 1, chapter 19 9:1)

유의어

  1. lifted up

관련어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION