헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μετέωρος

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: μετέωρος

형태분석: μετεωρ (어간) + ος (어미)

어원: epic meth/oros, q. v.,

  1. lifted up, on high, in air

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 μετέωρος

(이)가

μετέωρον

(것)가

속격 μετεώρου

(이)의

μετεώρου

(것)의

여격 μετεώρῳ

(이)에게

μετεώρῳ

(것)에게

대격 μετέωρον

(이)를

μετέωρον

(것)를

호격 μετέωρε

(이)야

μετέωρον

(것)야

쌍수주/대/호 μετεώρω

(이)들이

μετεώρω

(것)들이

속/여 μετεώροιν

(이)들의

μετεώροιν

(것)들의

복수주격 μετέωροι

(이)들이

μετέωρα

(것)들이

속격 μετεώρων

(이)들의

μετεώρων

(것)들의

여격 μετεώροις

(이)들에게

μετεώροις

(것)들에게

대격 μετεώρους

(이)들을

μετέωρα

(것)들을

호격 μετέωροι

(이)들아

μετέωρα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • μετέωρα καὶ γαβὶσ οὐ μνησθήσεται, καὶ ἕλκυσον σοφίαν ὑπὲρ τὰ ἐσώτατα. (Septuagint, Liber Iob 28:18)

    (70인역 성경, 욥기 28:18)

  • τὰ δὲ ὄμματα ἔστω μεγάλα μετέωρα καθαρὰ λαμπρά, ἐκπλήττοντα τὸν θεώμενον. (Arrian, Cynegeticus, chapter 4 5:1)

    (아리아노스, Cynegeticus, chapter 4 5:1)

  • μὴ θαυμάσῃσ, ὦ ἑταῖρε, εἰ μετέωρα καὶ διαέρια δοκῶ σοι λαλεῖν τὸ κεφάλαιον γὰρ δὴ πρὸσ ἐμαυτὸν ἀναλογίζομαι τῆσ ἔναγχοσ ἀποδημίασ. (Lucian, Icaromenippus, (no name) 1:6)

    (루키아노스, Icaromenippus, (no name) 1:6)

  • ὡσ δὲ ἀκινδύνωσ κατεπτόμην, ἤδη καὶ μετέωρα ἐφρόνουν καὶ ἄρασ ἀπὸ Πάρνηθοσ ἢ ἀπὸ Ὑμηττοῦ μέχρι Γερανείασ ἐπετόμην, εἶτ’ ἐκεῖθεν ἐπὶ τὸν Ἀκροκόρινθον ἄνω, εἶτα ὑπὲρ Φολόησ καὶ Ἐρυμάνθου· (Lucian, Icaromenippus, (no name) 11:1)

    (루키아노스, Icaromenippus, (no name) 11:1)

  • ὅσοι δὲ κατὰ τὸν Δαίδαλον μὴ πάνυ μετέωρα μηδὲ ὑψηλὰ ἐφρόνησαν ἀλλὰ πρόσγεια, ὡσ νοτίζεσθαι ἐνίοτε τῇ ἅλμῃ τὸν κηρόν, ὡσ τὸ πολὺ οὗτοι ἀσφαλῶσ διέπτησαν. (Lucian, Gallus, (no name) 23:7)

    (루키아노스, Gallus, (no name) 23:7)

유의어

  1. lifted up

관련어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION