헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μελαγχολικός

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: μελαγχολικός μελαγχολική μελαγχολικόν

형태분석: μελαγχολικ (어간) + ος (어미)

어원: from mela/gxolos

  1. atrabilious, choleric

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 μελαγχολικός

(이)가

μελαγχολική

(이)가

μελαγχολικόν

(것)가

속격 μελαγχολικοῦ

(이)의

μελαγχολικῆς

(이)의

μελαγχολικοῦ

(것)의

여격 μελαγχολικῷ

(이)에게

μελαγχολικῇ

(이)에게

μελαγχολικῷ

(것)에게

대격 μελαγχολικόν

(이)를

μελαγχολικήν

(이)를

μελαγχολικόν

(것)를

호격 μελαγχολικέ

(이)야

μελαγχολική

(이)야

μελαγχολικόν

(것)야

쌍수주/대/호 μελαγχολικώ

(이)들이

μελαγχολικᾱ́

(이)들이

μελαγχολικώ

(것)들이

속/여 μελαγχολικοῖν

(이)들의

μελαγχολικαῖν

(이)들의

μελαγχολικοῖν

(것)들의

복수주격 μελαγχολικοί

(이)들이

μελαγχολικαί

(이)들이

μελαγχολικά

(것)들이

속격 μελαγχολικῶν

(이)들의

μελαγχολικῶν

(이)들의

μελαγχολικῶν

(것)들의

여격 μελαγχολικοῖς

(이)들에게

μελαγχολικαῖς

(이)들에게

μελαγχολικοῖς

(것)들에게

대격 μελαγχολικούς

(이)들을

μελαγχολικᾱ́ς

(이)들을

μελαγχολικά

(것)들을

호격 μελαγχολικοί

(이)들아

μελαγχολικαί

(이)들아

μελαγχολικά

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τὸ μελαγχολικὸν καὶ ὕφαιμον‧ οἱ καῦσοι καὶ τὰ φρενιτικὰ καὶ τὰ δυσεντεριώδεα τούτων ἥπτετο. (Hippocrates, Hippocrates Collected Works I, EPIDHMIWN A, 249)

    (히포크라테스, Hippocrates Collected Works I, EPIDHMIWN A, 249)

  • μήτε νεφριτικόν τι νόσημα δύνασθαι θεραπεῦσαι μήτ’ ἰκτερικὸν μήτε μελαγχολικόν, ἀλλὰ καὶ περὶ τοῦ πᾶσιν ἀνθρώποισ οὐχ Ἱπποκράτει μόνον ὁμολογουμένου τοῦ καθαίρειν τῶν φαρμάκων ἔνια μὲν τὴν ξανθὴν χολήν, ἔνια δὲ τὴν μέλαιναν, ἄλλα δέ τινα φλέγμα καί τινα τὸ λεπτὸν καὶ ὑδατῶδεσ περιττωμα, μηδὲ περὶ τούτων συγχωρεῖν, ἀλλ’ ὑπ’ αὐτῶν τῶν φαρμάκων γίγνεσθαι λέγειν τοιοῦτον ἕκαστον τῶν κενουμένων, ὥσπερ ὑπὸ τῶν χοληδόχων πόρων τὴν χολήν· (Galen, On the Natural Faculties., , section 1353)

    (갈레노스, On the Natural Faculties., , section 1353)

  • καθόλου γάρ, ὅταν ἐνδεέστερον ἢ προσῆκεν εἰσ ἑαυτὸν ἕλκῃ τὸν μελαγχολικὸν χυμόν, ἀκάθαρτον μὲν τὸ αἷμα, κακόχρουν δὲ τὸ πᾶν γίγνεται σῶμα. (Galen, On the Natural Faculties., B, section 951)

    (갈레노스, On the Natural Faculties., B, section 951)

  • ἐν δὲ τοῖσ φαύλοισ οὐ παρίησι τὸ πρωτεῖον, ἀλλά φησιν, ἂν ἐκεῖνοσ δύσκολοσ, αὑτὸν εἶναι μελαγχολικὸν ἂν ἐκεῖνοσ δεισιδαίμων, αὑτὸν θεοφόρητον· (Plutarch, Quomodo adulator ab amico internoscatur, chapter, section 10 3:2)

    (플루타르코스, Quomodo adulator ab amico internoscatur, chapter, section 10 3:2)

  • Λόγοσ ὅτι τῶν τοιῶνδέ τισ ἀνηκέστωσ ἔχων, κούρησ ἤρα τε καὶ τῶν ἰητρῶν οὐδὲν ὠφελούν των , ὁ ἔρωσ μιν ἰήσατο· δοκέω δ’ ἔγωγε ἐρᾶν μὲν αὐτὸν ἀρχῆθεν, κατηφέα δὲ καὶ δύσθυμον ὑπ’ ἀτυχίησ τῆσ κούρησ ἔμμεναι, καὶ μελαγχολικὸν δοκέειν τοῖσι δημότῃσιν· οὗτοσ οὔτε μὴν ἦν ἔρωτα ἐγγιγνώσκων· ἐπεὶ δὲ τὴν ἔρωτα ξυνῆψε τῇ κούρῃ, παύεται τῆσ κατηφείησ, καὶ διασκίδνησι ὀργήν τε καὶ λύπην, χάρμῃ δὲ ἐξένηψε τῆσ δυσθυμίησ· καθίσταται γὰρ τὴν γνώμην ἔρωτι ἰητρῷ. (Aretaeus, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 53)

    (아레타이오스, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 53)

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION