헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μαστεύω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: μαστεύω

형태분석: μαστεύ (어간) + ω (인칭어미)

어원: Ma/w

  1. 찾다, 추구하다, 구하다
  2. 필요하다, 부족하다, 필요로 하다, 원하다
  1. to seek, search
  2. to seek or search after, to crave, need
  3. to seek or strive

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 μαστεύω

(나는) 찾는다

μαστεύεις

(너는) 찾는다

μαστεύει

(그는) 찾는다

쌍수 μαστεύετον

(너희 둘은) 찾는다

μαστεύετον

(그 둘은) 찾는다

복수 μαστεύομεν

(우리는) 찾는다

μαστεύετε

(너희는) 찾는다

μαστεύουσιν*

(그들은) 찾는다

접속법단수 μαστεύω

(나는) 찾자

μαστεύῃς

(너는) 찾자

μαστεύῃ

(그는) 찾자

쌍수 μαστεύητον

(너희 둘은) 찾자

μαστεύητον

(그 둘은) 찾자

복수 μαστεύωμεν

(우리는) 찾자

μαστεύητε

(너희는) 찾자

μαστεύωσιν*

(그들은) 찾자

기원법단수 μαστεύοιμι

(나는) 찾기를 (바라다)

μαστεύοις

(너는) 찾기를 (바라다)

μαστεύοι

(그는) 찾기를 (바라다)

쌍수 μαστεύοιτον

(너희 둘은) 찾기를 (바라다)

μαστευοίτην

(그 둘은) 찾기를 (바라다)

복수 μαστεύοιμεν

(우리는) 찾기를 (바라다)

μαστεύοιτε

(너희는) 찾기를 (바라다)

μαστεύοιεν

(그들은) 찾기를 (바라다)

명령법단수 μάστευε

(너는) 찾아라

μαστευέτω

(그는) 찾아라

쌍수 μαστεύετον

(너희 둘은) 찾아라

μαστευέτων

(그 둘은) 찾아라

복수 μαστεύετε

(너희는) 찾아라

μαστευόντων, μαστευέτωσαν

(그들은) 찾아라

부정사 μαστεύειν

찾는 것

분사 남성여성중성
μαστευων

μαστευοντος

μαστευουσα

μαστευουσης

μαστευον

μαστευοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 μαστεύομαι

(나는) 찾아진다

μαστεύει, μαστεύῃ

(너는) 찾아진다

μαστεύεται

(그는) 찾아진다

쌍수 μαστεύεσθον

(너희 둘은) 찾아진다

μαστεύεσθον

(그 둘은) 찾아진다

복수 μαστευόμεθα

(우리는) 찾아진다

μαστεύεσθε

(너희는) 찾아진다

μαστεύονται

(그들은) 찾아진다

접속법단수 μαστεύωμαι

(나는) 찾아지자

μαστεύῃ

(너는) 찾아지자

μαστεύηται

(그는) 찾아지자

쌍수 μαστεύησθον

(너희 둘은) 찾아지자

μαστεύησθον

(그 둘은) 찾아지자

복수 μαστευώμεθα

(우리는) 찾아지자

μαστεύησθε

(너희는) 찾아지자

μαστεύωνται

(그들은) 찾아지자

기원법단수 μαστευοίμην

(나는) 찾아지기를 (바라다)

μαστεύοιο

(너는) 찾아지기를 (바라다)

μαστεύοιτο

(그는) 찾아지기를 (바라다)

쌍수 μαστεύοισθον

(너희 둘은) 찾아지기를 (바라다)

μαστευοίσθην

(그 둘은) 찾아지기를 (바라다)

복수 μαστευοίμεθα

(우리는) 찾아지기를 (바라다)

μαστεύοισθε

(너희는) 찾아지기를 (바라다)

μαστεύοιντο

(그들은) 찾아지기를 (바라다)

명령법단수 μαστεύου

(너는) 찾아져라

μαστευέσθω

(그는) 찾아져라

쌍수 μαστεύεσθον

(너희 둘은) 찾아져라

μαστευέσθων

(그 둘은) 찾아져라

복수 μαστεύεσθε

(너희는) 찾아져라

μαστευέσθων, μαστευέσθωσαν

(그들은) 찾아져라

부정사 μαστεύεσθαι

찾아지는 것

분사 남성여성중성
μαστευομενος

μαστευομενου

μαστευομενη

μαστευομενης

μαστευομενον

μαστευομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐμάστευον

(나는) 찾고 있었다

ἐμάστευες

(너는) 찾고 있었다

ἐμάστευεν*

(그는) 찾고 있었다

쌍수 ἐμαστεύετον

(너희 둘은) 찾고 있었다

ἐμαστευέτην

(그 둘은) 찾고 있었다

복수 ἐμαστεύομεν

(우리는) 찾고 있었다

ἐμαστεύετε

(너희는) 찾고 있었다

ἐμάστευον

(그들은) 찾고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐμαστευόμην

(나는) 찾아지고 있었다

ἐμαστεύου

(너는) 찾아지고 있었다

ἐμαστεύετο

(그는) 찾아지고 있었다

쌍수 ἐμαστεύεσθον

(너희 둘은) 찾아지고 있었다

ἐμαστευέσθην

(그 둘은) 찾아지고 있었다

복수 ἐμαστευόμεθα

(우리는) 찾아지고 있었다

ἐμαστεύεσθε

(너희는) 찾아지고 있었다

ἐμαστεύοντο

(그들은) 찾아지고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ οἳ μὲν μαστεύουσιν, αὐτοὶ δὲ διίστανται, μετὰ χεῖρασ ἔχοντεσ τὰσ κύνασ τὰσ ἀγαθάσ, οἷπερ μάλιστα εἰκὸσ τὸν λαγῶ ἀπευθῦναι τὸν δρόμον, ὥστε ἐφιέναι τῶν κυνῶν ὅπωσ ἄν τῳ προχωρῇ. (Arrian, Cynegeticus, chapter 21 1:2)

    (아리아노스, Cynegeticus, chapter 21 1:2)

  • μαστεύουσιν εὔνοιαν ἀνθρώποισ ἐπῆλθε παρὰ παιδικῶν ἢ παρὰ γυναικῶν; (Dio, Chrysostom, Orationes, 114:1)

    (디오, 크리소토모스, 연설, 114:1)

유의어

  1. 찾다

  2. 필요하다

  3. to seek or strive

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION