헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κρείων

3군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: κρείων κρείοντος

형태분석: κρειοντ (어간)

  1. 통치자, 주인, 부인, 지배자, 여주인, 대가
  1. a ruler, lord, master, lady, mistress

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 κρείων

통치자가

κρείοντε

통치자들이

κρείοντες

통치자들이

속격 κρείοντος

통치자의

κρειόντοιν

통치자들의

κρειόντων

통치자들의

여격 κρείοντι

통치자에게

κρειόντοιν

통치자들에게

κρείουσιν*

통치자들에게

대격 κρείοντα

통치자를

κρείοντε

통치자들을

κρείοντας

통치자들을

호격 κρεῖον

통치자야

κρείοντε

통치자들아

κρείοντες

통치자들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ναὶ πάτερ ἡμέτερε, Κρονίδη, ὕπατε κρειόντων, γουνοῦμαί σε θεὰ γλαυκῶπισ, τριτογένεια, ἐξαύδα, μὴ κεῦθε νόῳ, ἵνα εἴδομεν ἤδη, τίσ μῆτισ δάκνει σε κατὰ φρένα καὶ κατὰ θυμόν, ἢ τί βαρὺ στενάχεισ ὦχρόσ τέ σε εἷλε παρειάσ; (Lucian, Juppiter trageodeus, (no name) 1:3)

    (루키아노스, Juppiter trageodeus, (no name) 1:3)

  • "ὦ πάτερ ἡμέτερε Κρονίδη, ὕπατε κρειόντων, καὶ λίην κεῖνόσ γε ἐοικότι κεῖται ὀλέθρῳ· (Homer, Odyssey, Book 1 6:2)

    (호메로스, 오디세이아, Book 1 6:2)

  • "ὦ πάτερ ἡμέτερε Κρονίδη, ὕπατε κρειόντων, εἰ μὲν δὴ νῦν τοῦτο φίλον μακάρεσσι θεοῖσιν, νοστῆσαι Ὀδυσῆα πολύφρονα ὅνδε δόμονδε, Ἑρμείαν μὲν ἔπειτα διάκτορον ἀργεϊφόντην νῆσον ἐσ Ὠγυγίην ὀτρύνομεν, ὄφρα τάχιστα νύμφῃ ἐυπλοκάμῳ εἴπῃ νημερτέα βουλήν, νόστον Ὀδυσσῆοσ ταλασίφρονοσ, ὥσ κε νέηται· (Homer, Odyssey, Book 1 9:2)

    (호메로스, 오디세이아, Book 1 9:2)

  • "ὦ πάτερ ἡμέτερε, Κρονίδη, ὕπατε κρειόντων, εἰπέ μοι εἰρομένῃ, τί νύ τοι νόοσ ἔνδοθι κεύθει; (Homer, Odyssey, Book 24 52:2)

    (호메로스, 오디세이아, Book 24 52:2)

  • ὦ πάτερ ἡμέτερε Κρονίδη ὕπατε κρειόντων εὖ νυ καὶ ἡμεῖσ ἴδμεν ὅ τοι σθένοσ οὐκ ἐπιεικτόν· (Homer, Iliad, Book 8 3:4)

    (호메로스, 일리아스, Book 8 3:4)

유의어

  1. 통치자

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION