Ancient Greek-English Dictionary Language

κατάντης

Third declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: κατάντης κατάντες

Structure: καταντη (Stem) + ς (Ending)

Etym.: a)/nta

Sense

  1. down-hill, downward, steep, downwards
  2. prone, inclined

Examples

  • τὰ κατάντη· (Arrian, Cynegeticus, chapter 5 10:4)
  • ἀλλὰ παρ’ ἡμῶν ἐξαίρετον ^ τῆσ συμβουλῆσ τοῦτό ἐστιν, ὅτι ἡδίστην τε ἅμα καὶ ἐπιτομωτάτην καὶ ἱππήλατον καὶ κατάντη σὺν πολλῇ τῇ θυμηδίᾳ καὶ τρυφῇ διὰ λειμώνων εὐανθῶν καὶ σκιᾶσ ἀκριβοῦσ σχολῇ καὶ βάδην ἀνιὼν ἀνιδρωτὶ ἐπιστήσῃ τῇ ἄκρᾳ καὶ ἀγρεύσεισ ^ οὐ καμὼν καὶ νὴ Δί’ εὐωχήσῃ κατακείμενοσ, ἐκείνουσ ^ ὁπόσοι τὴν ἑτέραν ἐτράποντο ἀπὸ τοῦ ὑψηλοῦ ἐπισκοπῶν ἐν τῇ ὑπωρείᾳ τῆσ ἀνόδου ἔτι, κατὰ δυσβάτων καὶ ὀλισθηρῶν τῶν κρημνῶν μόλισ ἀνέρποντασ, ἀποκυλιομένουσ ἐπὶ κεφαλὴν ἐνίοτε καὶ πολλὰ τραύματα λαμβάνοντασ περὶ τραχείαισ ταῖσ πέτραισ· (Lucian, Rhetorum praeceptor, (no name) 3:3)
  • βούλει κατάντη καὶ ταχεῖαν σοι φράσω; (Aristophanes, Frogs, Prologue 5:13)
  • ἡ δυσωπία προδιαφθείρουσα τὸ ἀκόλαστον ἀνώχυρα πάντα καὶ ἄκλειστα καὶ κατάντη προδίδωσι τοῖσ ἐπιτιθεμένοισ. (Plutarch, De vitioso pudore, section 3 9:2)
  • τὴν δὲ κατάντη κλῖναν ἐπὶ πρώτῃσι φάλαγξιν, ὥσ κεν ὀλισθαίνουσα δι’ αὐτάων φορέοιτο. (Apollodorus, Argonautica, book 1 7:34)

Synonyms

  1. down-hill

  2. prone

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION