헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

καθάρσιος

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: καθάρσιος καθάρσιον

형태분석: καθαρσι (어간) + ος (어미)

어원: kaqai/rw

  1. cleansing, purifying
  2. cleansing or purifying from, purifying
  3. a purifying sacrifice, purification

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 καθάρσιος

(이)가

καθάρσιον

(것)가

속격 καθαρσίου

(이)의

καθαρσίου

(것)의

여격 καθαρσίῳ

(이)에게

καθαρσίῳ

(것)에게

대격 καθάρσιον

(이)를

καθάρσιον

(것)를

호격 καθάρσιε

(이)야

καθάρσιον

(것)야

쌍수주/대/호 καθαρσίω

(이)들이

καθαρσίω

(것)들이

속/여 καθαρσίοιν

(이)들의

καθαρσίοιν

(것)들의

복수주격 καθάρσιοι

(이)들이

καθάρσια

(것)들이

속격 καθαρσίων

(이)들의

καθαρσίων

(것)들의

여격 καθαρσίοις

(이)들에게

καθαρσίοις

(것)들에게

대격 καθαρσίους

(이)들을

καθάρσια

(것)들을

호격 καθάρσιοι

(이)들아

καθάρσια

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καθάρσιον αὐτῶν ποίησον τὸ ἐμὸν αἷμα καὶ ἀντίψυχον αὐτῶν λαβὲ τὴν ἐμὴν ψυχήν. (Septuagint, Liber Maccabees IV 6:29)

    (70인역 성경, Liber Maccabees IV 6:29)

  • ποῦ δ’ ὁ φιλόσοφοσ Κυνίσκοσ, ὃν ἔδει τῆσ Ἑκάτησ τὸ δεῖπνον φαγόντα καὶ τὰ ἐκ τῶν καθαρσίων ᾠὰ καὶ πρὸσ τούτοισ γε σηπίαν ὠμὴν ἀποθανεῖν; (Lucian, Cataplus, (no name) 6:18)

    (루키아노스, Cataplus, (no name) 6:18)

  • τούσδ’ ἄρ’ ἐκβαίνοντασ ἤδη δωμάτων ὁρῶ ξένουσ καὶ θεᾶσ κόσμουσ νεογνούσ τ’ ἄρνασ, ὡσ φόνῳ φόνον μυσαρὸν ἐκνίψω, σέλασ τε λαμπάδων τά τ’ ἄλλ’ ὅσα προυθέμην ἐγὼ ξένοισι καὶ θεᾷ καθάρσια. (Euripides, Iphigenia in Tauris, episode, trochees35)

    (에우리피데스, Iphigenia in Tauris, episode, trochees35)

  • Πάτερ, τί θύω πρὶν κτανεῖν Εὐρυσθέα καθάρσιον πῦρ, καὶ πόνουσ διπλοῦσ ἔχω; (Euripides, Heracles, episode, lyric 1:8)

    (에우리피데스, Heracles, episode, lyric 1:8)

  • τῇ δὲ πρὸ τῆσ ἑορτῆσ καθάρσιον μέν τι περιφερέσθω καὶ ὑπ̓ αὐτῶν ἐξελαυνέσθω ἐκ τῆσ οἰκίασ μικρολογία καὶ φιλαργυρία καὶ φιλοκερδία καὶ ὅσα τοιαῦτα ἄλλα σύνοικα τοῖσ πλείστοισ αὐτῶν. (Lucian, Saturnalia, 1:3)

    (루키아노스, Saturnalia, 1:3)

  • τῶν δὲ ὑπὸ Νομᾶ προστεθέντων ἢ μετατεθέντων ὁ μὲν Φεβρουάριοσ οἱο͂ν καθάρσιοσ ἄν τισ εἰή· (Plutarch, Numa, chapter 19 5:1)

    (플루타르코스, Numa, chapter 19 5:1)

  • Ἐν Θάσῳ Φιλίνου γυναῖκα θυγατέρα τεκοῦσαν κατὰ φύσιν καθάρσιοσ γενομένησ καὶ τὰ ἄλλα κούφωσ διάγουσαν, τεσσαρεσκαιδεκαταίην ἐοῦσαν μετὰ τὸν τόκον, πῦρ ἔλαβε μετὰ Ῥίγεοσ‧ ἤλγει δὲ ἀρχομένη καρδίην καὶ ὑποχόνδριον δεξιόν‧ γυναικείων πόνοι‧ κάθαρσισ ἐπαύσατο. (Hippocrates, Hippocrates Collected Works I, EPIDHMIWN A, 260)

    (히포크라테스, Hippocrates Collected Works I, EPIDHMIWN A, 260)

  • Ἐν Θάσῳ τὴν κατακειμένην παρὰ τὸ ψυχρὸν ὕδωρ ἐκ τόκου θυγατέρα τεκοῦσαν καθάρσιοσ οὐ γενομένησ πυρετὸσ ὀξὺσ φρικώδησ τρι ταίην ἔλαβεν. (Hippocrates, Hippocrates Collected Works I, EPIDHMIWN A, 285)

    (히포크라테스, Hippocrates Collected Works I, EPIDHMIWN A, 285)

  • ἰατρόμαντισ δ’ ἐστὶ καὶ τερασκόποσ καὶ τοῖσιν ἄλλοισ δωμάτων καθάρσιοσ. (Aeschylus, Eumenides, episode 6:2)

    (아이스킬로스, 에우메니데스, episode 6:2)

  • καὶ μαρτυρήσων ἦλθον ‐ ἔστι γὰρ νόμῳ ἱκέτησ ὅδ’ ἁνὴρ καὶ δόμων ἐφέστιοσ ἐμῶν, φόνου δὲ τοῦδ’ ἐγὼ καθάρσιοσ ‐ καὶ ξυνδικήσων αὐτόσ· (Aeschylus, Eumenides, episode5)

    (아이스킬로스, 에우메니데스, episode5)

유의어

  1. cleansing

  2. cleansing or purifying from

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION