- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

γραμματικός?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: grammatikos 고전 발음: [람마띠꼬] 신약 발음: [람마띠꼬]

기본형: γραμματικός γραμματική γραμματικόν

형태분석: γραμματικ (어간) + ος (어미)

  1. knowing one’s letters, of a good scholar
  2. (in the phrase γραμματικὸν ἔκπωμα) a cup engraved with the alphabet or an inscription
  3. concerned with textual criticism
  4. (in the phrase γραμματικὴ τέχνη) the grammatical art or craft [sc. grammar]

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 γραμματικός

(이)가

γραμματική

(이)가

γραμματικόν

(것)가

속격 γραμματικοῦ

(이)의

γραμματικῆς

(이)의

γραμματικοῦ

(것)의

여격 γραμματικῷ

(이)에게

γραμματικῇ

(이)에게

γραμματικῷ

(것)에게

대격 γραμματικόν

(이)를

γραμματικήν

(이)를

γραμματικόν

(것)를

호격 γραμματικέ

(이)야

γραμματική

(이)야

γραμματικόν

(것)야

쌍수주/대/호 γραμματικώ

(이)들이

γραμματικά

(이)들이

γραμματικώ

(것)들이

속/여 γραμματικοῖν

(이)들의

γραμματικαῖν

(이)들의

γραμματικοῖν

(것)들의

복수주격 γραμματικοί

(이)들이

γραμματικαί

(이)들이

γραμματικά

(것)들이

속격 γραμματικῶν

(이)들의

γραμματικῶν

(이)들의

γραμματικῶν

(것)들의

여격 γραμματικοῖς

(이)들에게

γραμματικαῖς

(이)들에게

γραμματικοῖς

(것)들에게

대격 γραμματικούς

(이)들을

γραμματικάς

(이)들을

γραμματικά

(것)들을

호격 γραμματικοί

(이)들아

γραμματικαί

(이)들아

γραμματικά

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

관련어

명사

형용사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION