Ancient Greek-English Dictionary Language

φορτικός

First/Second declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: φορτικός φορτική φορτικόν

Structure: φορτικ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: fo/rtos

Sense

  1. of the nature of a burden, burdensome, wearisome
  2. coarse, vulgar, common, low, vulgar, ad captandum vulgus, out of vulgar arrogance, coarsely, vulgarly, like a clown

Examples

  • καὶ οἱ μὲν Πλάτωνα μιμεῖσθαι λέγοντεσ καὶ τὸ μὲν ἀρχαῖον καὶ ὑψηλὸν καὶ εὔχαρι καὶ καλὸν οὐ δυνάμενοι λαβεῖν, διθυραμβώδη δὲ ὀνόματα καὶ φορτικὰ εἰσφέροντεσ κατὰ τοῦτ’ ἐλέγχονται ῥᾳδίωσ. (Dionysius of Halicarnassus, De Dinarcho, chapter 8 1:1)
  • καὶ γὰρ συντίθησί ποτε ἀφελῶσ τὰ ὀνόματα καὶ λύει τὴν περίοδον εὐγενῶσ καὶ τὰ περίεργα σχήματα καὶ φορτικὰ φεύγει καὶ μάλιστα ἐν τοῖσ συμβουλευτικοῖσ τε καὶ δικανικοῖσ λόγοισ, ἀλλ’ ὡσ ἐπὶ τὸ πολὺ τῷ ῥυθμῷ δουλεύοντοσ καὶ τῷ κύκλῳ τῆσ περιόδου καὶ τὸ κάλλοσ τῆσ ἀπαγγελίασ ἐν τῷ περιττῷ τιθεμένου κοινότερον εἴρηκα περὶ αὐτοῦ. (Dionysius of Halicarnassus, De Isocrate, chapter 3 1:5)
  • πάλαι γὰρ ἐπακροῶμαί σου παρακολουθῶν ἡλίουσ καὶ σελήνασ, ἔτι δὲ τὰ φορτικὰ ταῦτα σταθμούσ τινασ καὶ παρασάγγασ ὑποξενίζοντοσ. (Lucian, Icaromenippus, (no name) 1:5)
  • τὸ τῆσ κολακείασ ἐσ κόρον, καὶ τὰ ἐγκώμια φορτικὰ καὶ κομιδῇ βωμολοχικά, οὐκ ἀσυλλόγιστα μέντοι, ἀλλὰ συνηρωτημένα κἀκεῖνα. (Lucian, Quomodo historia conscribenda sit, chapter 17 1:3)
  • δἰ ὅλου γὰρ ἄν τισ εὑρ́οι τοῦ λόγου πορευόμενοσ τὰ μὲν οὐκ ἀκριβῶσ οὐδὲ λεπτῶσ εἰρημένα, τὰ δὲ μειρακιωδῶσ καὶ ψυχρῶσ, τὰ δὲ οὐκ ἔχοντα ἰσχὺν καὶ τόνον, τὰ δὲ ἡδονῆσ ἐνδεᾶ καὶ χαρίτων, τὰ δὲ διθυραμβώδη καὶ φορτικά. (Dionysius of Halicarnassus, De Demosthene, chapter 29 2:6)

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION