- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἔθος?

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: ethos 고전 발음: [에토] 신약 발음: [애토]

기본형: ἔθος ἔθεος

형태분석: ἐθο (어간) + ς (어미)

어원: ἔθω

  1. 습관, 방법, 관습, 풍습
  2. 질, 됨됨, 성질
  1. habit, custom, manner
  2. disposition, temper
  3. habitually, customarily (in dative)

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ἔθος

습관이

ἔθει

습관들이

ἔθη

습관들이

속격 ἔθους

습관의

ἔθοιν

습관들의

ἐθέων

습관들의

여격 ἔθει

습관에게

ἔθοιν

습관들에게

ἔθεσι(ν)

습관들에게

대격 ἔθος

습관을

ἔθει

습관들을

ἔθη

습관들을

호격 ἔθος

습관아

ἔθει

습관들아

ἔθη

습관들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ ἀπέστειλεν αὐτῷ πόρπην χρυσῆν, ὡς ἔθος ἐστὶ δίδοσθαι τοῖς συγγενέσι τῶν βασιλέων, καὶ ἔδωκεν αὐτῷ τὴν Ἀκκαρὼν καὶ πάντα τὰ ὅρια αὐτῆς εἰς κληροδοσίαν. (Septuagint, Liber Maccabees I 10:89)

    (70인역 성경, Liber Maccabees I 10:89)

  • ὁ δὲ βασιλεὺς τῶν βασιλέων ἐξήγειρε τὸν θυμὸν τοῦ Ἀντιόχου ἐπὶ τὸν ἀλιτήριον, καὶ Λυσίου ὑποδείξαντος τοῦτον αἴτιον εἶναι πάντων τῶν κακῶν, προσέταξεν, ὡς ἔθος ἐστὶν ἐν τῷ τόπῳ, προσαπολέσαι ἀγαγόντας αὐτὸν εἰς Βέροιαν. (Septuagint, Liber Maccabees II 13:4)

    (70인역 성경, Liber Maccabees II 13:4)

  • εἶτα ἐν χρόνῳ κρατυνθὲν τὸ ἀσεβὲς ἔθος ὡς νόμος ἐφυλάχθη, καὶ τυράννων ἐπιταγαῖς ἐθρησκεύετο τὰ γλυπτά, (Septuagint, Liber Sapientiae 14:16)

    (70인역 성경, 지혜서 14:16)

  • οἱ δὲ ἱερεῖς ἦλθον τὴν νύκτα κατὰ τὸ ἔθος αὐτῶν καὶ αἱ γυναῖκες αὐτῶν καὶ τὰ τέκνα αὐτῶν καὶ κατέφαγον πάντα καὶ ἐξέπιον. (Septuagint, Prophetia Danielis 12:27)

    (70인역 성경, 다니엘서 12:27)

  • κἀπειδὴ καλῶς ποιῶν ὑπήκουσε, μαρτυρείτω παρελθών ἀναδέξασθε δὲ αὐτὸν Ιἀστὶ πρὸς ὑμᾶς λέγοντα ὥσπερ αὐτῷ ἔθος. (Lucian, De Domo, (no name) 20:3)

    (루키아노스, De Domo, (no name) 20:3)

유의어

  1. 습관

관련어

명사

형용사

동사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION