- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἔπαινος?

2군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: epainos 고전 발음: [에빠] 신약 발음: [애빼노]

기본형: ἔπαινος

  1. 칭찬, 시인, 찬, 영광
  1. approval, praise, commendation

예문

  • δόξα καὶ ἔπαινος κατὰ πρόσωπον αὐτοῦ, ἰσχὺς καὶ καύχημα ἐν τόπῳ αὐτοῦ. (Septuagint, Liber I Paralipomenon 16:27)

    (70인역 성경, 역대기 상권 16:27)

  • σὺ δὲ ἐν ἁγίῳ κατοικεῖς, ὁ ἔπαινος τοῦ Ἰσραήλ. (Septuagint, Liber Psalmorum 21:4)

    (70인역 성경, 시편 21:4)

  • παρὰ σοῦ ὁ ἔπαινός μου ἐν ἐκκλησίᾳ μεγάλῃ, τὰς εὐχάς μου ἀποδώσω ἐνώπιον τῶν φοβουμένων αὐτόν. (Septuagint, Liber Psalmorum 21:26)

    (70인역 성경, 시편 21:26)

  • ἰατρῶν γὰρ ἂν μᾶλλον ὁ ἔπαινος εἰή, οἷς ἀνάγκη εἰδέναι ταῦτα, ὡς καὶ ἀμύνασθαι αὐτὰ μετὰ τῆς τέχνης ἔχοιεν: (Lucian, Dipsades 14:2)

    (루키아노스, Dipsades 14:2)

  • ἡ δ ἀμοιβὴ οὐκ ἔπαινος τοῦ οἴκου μόνον - τοῦτο μὲν γὰρ ἴσως ἐκείνῳ τῷ νησιώτῃ μειρακίῳ ἔπρεπε, τὴν Μενελάου οἰκίαν ὑπερεκπεπλῆχθαι καὶ πρὸς τὰ ἐν οὐρανῷ καλὰ τὸν ἐλέφαντα καὶ τὸν χρυσὸν αὐτῆς ἀπεικάζειν, ἅτε μηδὲν ἐν γῇ καλόν τι ἄλλο ἑωρακότι - - ἀλλὰ καὶ τὸ εἰπεῖν ἐν αὐτῷ καὶ τοὺς βελτίστους συγκαλέσαντα λόγων ἐπίδειξιν ποιήσασθαι μέρος τοῦ ἐπαίνου καὶ τοῦτο γένοιτο ἄν. (Lucian, De Domo, (no name) 3:1)

    (루키아노스, De Domo, (no name) 3:1)

관련어

명사

형용사

동사

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION