Ancient Greek-English Dictionary Language

ἐλάχιστος

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: ἐλάχιστος ἐλάχιστη ἐλάχιστον

Structure: ἐλαχιστ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: Sup. of e)laxu/s, comp. e)la/sswn,

Sense

  1. the smallest, least, least
  2. shortest, shortest
  3. fewest
  4. at the least
  5. less than the least

Examples

  • ὅτι μικρὸν πᾶσα θυσία εἰσ ὀσμὴν εὐωδίασ, καὶ ἐλάχιστον πᾶν στέαρ εἰσ ὁλοκαύτωμά σοι. ὁ δὲ φοβούμενοσ τὸν Κύριον μέγασ διαπαντόσ. (Septuagint, Liber Iudith 16:16)
  • τὸ γὰρ ἐκ παντὸσ εἰσ ἐλάχιστον συναχθὲν ῥᾴδιον ἐξ ὀλίγου μηδὲ εἶναι. (Dionysius of Halicarnassus, De antiquis oratoribus, chapter 3 1:3)
  • τοῦτο δέ μοι δοκεῖ λογισάμενοσ καὶ ὁ τοῦ Ὁμήρου ῥήτωρ ἐκεῖνοσ εὐμορφίασ ἐλάχιστον φροντίσαι, μᾶλλον δὲ καὶ παντελῶσ ἀΐδρει φωτὶ ἑαυτὸν ἀπεικάσαι, ἵνα αὐτῷ παραδοξότερον φαίνηται τῶν λόγων τὸ κάλλοσ ἐκ τῆσ πρὸσ τὸ ἀμορφότερον ἐξετάσεωσ. (Lucian, De Domo, (no name) 17:4)
  • σκέψαι δὲ αὐτὸσ ἑξῆσ ^ ἀκούων, εἴ τισ ἂν αὐτὰ ὑπομεῖναι δύναιτο παιδείᾳ κἂν ἐπ’ ἐλάχιστον ὡμιληκώσ. (Lucian, De mercede, (no name) 13:6)
  • εἰπὼν ἐλάχιστον καὶ μάλιστα πρὸσ τὰσ σὰσ ἐκείνασ ἐλπίδασ. (Lucian, De mercede, (no name) 20:9)
  • Ζητῶν δὲ ἀεὶ πρὸσ ἐμαυτὸν οὔπω καὶ τήμερον εὑρεῖν δεδύνημαι τίνοσ ἕνεκα τὴν σπουδὴν ταύτην ἐσπούδακασ περὶ τὴν ὠνὴν τῶν βιβλίων ὠφελείασ μὲν γὰρ ἢ χρείασ τῆσ ἀπ’ αὐτῶν οὐδ’ ἂν οἰηθείη τισ τῶν καὶ ἐπ’ ἐλάχιστόν σε εἰδότων, οὐ μᾶλλον ἢ φαλακρὸσ ἄν τισ πρίαιτο κτένασ ἢ κάτοπτρον ὁ τυφλὸσ ἢ ὁ κωφὸσ αὐλητὴν ἢ παλλακὴν ὁ εὐνοῦχοσ ἢ ὁ ἠπειρώτησ κώπην ἢ ὁ κυβερνήτησ ἄροτρον. (Lucian, Adversus indoctum et libros multos ementem, (no name) 19:2)

Synonyms

  1. the smallest

  2. at the least

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION