- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

δυσκίνητος?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: dyskinētos 고전 발음: [끼네:또] 신약 발음: [끼네또]

기본형: δυσκίνητος δυσκίνητον

형태분석: δυσκινητ (어간) + ος (어미)

어원: κι_νέω

  1. 의지가 굳은, 근면한, 부지런한, 굳건한, 사정없는
  1. hard to move, immovable, resolute, inexorable

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 δυσκίνητος

의지가 굳은 (이)가

δυσκίνητον

의지가 굳은 (것)가

속격 δυσκινήτου

의지가 굳은 (이)의

δυσκινήτου

의지가 굳은 (것)의

여격 δυσκινήτῳ

의지가 굳은 (이)에게

δυσκινήτῳ

의지가 굳은 (것)에게

대격 δυσκίνητον

의지가 굳은 (이)를

δυσκίνητον

의지가 굳은 (것)를

호격 δυσκίνητε

의지가 굳은 (이)야

δυσκίνητον

의지가 굳은 (것)야

쌍수주/대/호 δυσκινήτω

의지가 굳은 (이)들이

δυσκινήτω

의지가 굳은 (것)들이

속/여 δυσκινήτοιν

의지가 굳은 (이)들의

δυσκινήτοιν

의지가 굳은 (것)들의

복수주격 δυσκίνητοι

의지가 굳은 (이)들이

δυσκίνητα

의지가 굳은 (것)들이

속격 δυσκινήτων

의지가 굳은 (이)들의

δυσκινήτων

의지가 굳은 (것)들의

여격 δυσκινήτοις

의지가 굳은 (이)들에게

δυσκινήτοις

의지가 굳은 (것)들에게

대격 δυσκινήτους

의지가 굳은 (이)들을

δυσκίνητα

의지가 굳은 (것)들을

호격 δυσκίνητοι

의지가 굳은 (이)들아

δυσκίνητα

의지가 굳은 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • πραότης δ ἐστὶν ἀρετὴ τοῦ θυμοειδοῦς, καθ ἣν ὑπὸ ὀργῆς γίνονται δυσκίνητοι. (Aristotle, Virtues and Vices 8:1)

    (아리스토텔레스, Virtues and Vices 8:1)

  • "ἐγὼ κατέχω τινὰ ὀψοφάγον ἐπὶ τοσοῦτον ἐκπεπτωκότα τοῦ μὴ ἐντρέπεσθαι τοὺς πλησίον ἐπὶ τοῖς γινομένοις, ὥστε φανερῶς ἐν τοῖς βαλανείοις τήν τε χεῖρα συνεθίζειν πρὸς τὰ θερμὰ καθιέντα εἰς ὕδωρ θερμὸν καὶ τὸ στόμα ἀναγαργαριζόμενον θερμῷ, ὅπως δηλονότι ἐν τοῖς θερμοῖς δυσκίνητος ᾖ. (Athenaeus, The Deipnosophists, book 1, chapter 9 1:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, book 1, chapter 9 1:1)

  • ἐπεὶ δὲ τοξευθεὶς ὁ ἵππος τὸν Μασίστιον ἀπέρριψε καὶ πεσὼν ὑπὸ βάρους τῶν ὅπλων αὐτός τε δυσκίνητος ἦν ἀναφέρειν καὶ τοῖς Ἀθηναίοις ἐπικειμένοις καὶ παίουσι δυσμεταχείριστος, οὐ μόνον στέρνα καὶ κεφαλήν, ἀλλὰ καὶ τὰ γυῖα χρυσῷ καὶ χαλκῷ καὶ σιδήρῳ καταπεφραγμένος, τοῦτον μὲν ᾗ τὸ κράνος ὑπέφαινε τὸν ὀφθαλμὸν ἀκοντίου στύρακι παίων τις ἀνεῖλεν, οἱ δ ἄλλοι Πέρσαι προέμενοι τὸν νεκρὸν ἔφευγον. (Plutarch, , chapter 14 5:1)

    (플루타르코스, , chapter 14 5:1)

  • καὶ γὰρ ὑπερήφανος καὶ αὐθάδης καὶ ὅλως ὑφ ἑτέρου ὁ θυμὸς δυσκίνητος ὢν, ὥσπερ ὀχυρὰ τυραννὶς ἐξ ἑαυτῆς ἔχειν ὀφείλει σύνοικον καὶ συγγενὲς τὸ καταλῦον. (Plutarch, De cohibenda ira, section 2 4:2)

    (플루타르코스, De cohibenda ira, section 2 4:2)

  • καὶ τὸ στάσιμον αὐτῷ καὶ δυσκίνητον οὐκ ἀργόν ἐστιν, ἀλλ ἐμβριθὲς καὶ βέβαιον, ὑπὸ ῥώμης συνερειστικὸν καὶ συνεκτικὸν ἐχούσης· (Plutarch, De primo frigido, chapter, section 2 2:2)

    (플루타르코스, De primo frigido, chapter, section 2 2:2)

  • πότερον ὁ ποτάμιος ἀὴρ ἀεὶ δυσκίνητος ὢν καὶ βαρὺς ἐν δὲ χειμῶνι μᾶλλον παχυνόμενος διὰ τὴν περίψυξιν, ἐμποδών ἐστι τοῖς πλέουσιν : (Plutarch, Quaestiones Naturales, chapter 72)

    (플루타르코스, Quaestiones Naturales, chapter 72)

  • ἦν δὲ καὶ πρὸς γέλωτα κομιδῇ δυσκίνητος, ἄχρι μειδιάματος σπανίως τῷ προσώπῳ διαχεόμενος, καὶ πρὸς ὀργὴν οὐ ταχὺς οὐδὲ ὀλισθηρός, ὀργισθεὶς δὲ δυσπαραίτητος. (Plutarch, Cato the Younger, chapter 1 2:3)

    (플루타르코스, Cato the Younger, chapter 1 2:3)

유의어

  1. 의지가 굳은

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION