헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

δοκός

2군 변화 명사; 남/여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: δοκός δοκοῦ

형태분석: δοκ (어간) + ος (어미)

어원: de/xomai

  1. 기둥에 수직하는 난간, 광선
  1. the main beam, especially in a house
  2. beam

곡용 정보

2군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τί δ’ ἄλλο γ’ ἢ διαλεπτολογοῦμαι ταῖσ δοκοῖσ τῆσ οἰκίασ; (Aristophanes, Clouds, Episode 1:12)

    (아리스토파네스, Clouds, Episode 1:12)

  • "ἐπεστέγασεν δὲ τὸ οἴκημα δοκοῖσ μεγάλαισ τε καὶ παχείαισ, ἔπειτα ἐν κύκλῳ περιέθηκε πολλὰ ξύλα καὶ παχέα, ὥστε μὴ εἶναι ἔξοδον. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 12, book 12, chapter 20 1:138)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 12, book 12, chapter 20 1:138)

  • δεκάτῃ δὲ καὶ ἑνδεκάτῃ τέλεον ἀπενεκροῦτο καὶ δυσῶδεσ ἦν τῇ δωδεκάτῃ δὲ μόλισ ἐνενοήσαμεν ὡσ, εἰ μή τισ χανόντοσ αὐτοῦ ὑποστηρίξειεν τοὺσ γομφίουσ, ὥστε μηκέτι συγκλεῖσαι, κινδυνεύσομεν κατακλεισθέντεσ ἐν νεκρῷ αὐτῷ ἀπολέσθαι, οὕτω δὴ μεγάλοισ δοκοῖσ τὸ στόμα διερείσαντεσ τὴν ναῦν ἐπεσκευάζομεν ὕδωρ τε ὡσ ἔνι πλεῖστον ἐμβαλλόμενοι καὶ τἆλλα ἐπιτήδεια· (Lucian, Verae Historiae, book 2 1:5)

    (루키아노스, Verae Historiae, book 2 1:5)

  • θεασάμενοσ δὲ ἐπὶ τῆσ Ἀσίασ οἰκίαν τετραγώνοισ ὠροφωμένην δοκοῖσ ἠρώτησε τὸν κεκτημένον εἰ τετράγωνα παρ’ αὐτοῖσ φύεται ξύλα· (Plutarch, Apophthegmata Laconica, , section 27 1:1)

    (플루타르코스, Apophthegmata Laconica, , section 27 1:1)

  • θεασάμενοσ δὲ ἐπὶ τῆσ Ἀσίασ οἰκίαν τετραγώνοισ ὠροφωμένην δοκοῖσ ἠρώτησε τὸν κεκτημένον εἰ τετράγωνα παρ’ αὐτοῖσ φύεται ξύλα· (Plutarch, Apophthegmata Laconica, , section 271)

    (플루타르코스, Apophthegmata Laconica, , section 271)

유의어

  1. 기둥에 수직하는 난간

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION