헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

διδάσκαλος

2군 변화 명사; 남/여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: διδάσκαλος διδασκάλου

형태분석: διδασκαλ (어간) + ος (어미)

어원: dida/skw

  1. 주인, 선생, 교사, 선생님
  1. teacher, master, director

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 διδάσκαλος

주인이

διδασκάλω

주인들이

διδάσκαλοι

주인들이

속격 διδασκάλου

주인의

διδασκάλοιν

주인들의

διδασκάλων

주인들의

여격 διδασκάλῳ

주인에게

διδασκάλοιν

주인들에게

διδασκάλοις

주인들에게

대격 διδάσκαλον

주인을

διδασκάλω

주인들을

διδασκάλους

주인들을

호격 διδάσκαλε

주인아

διδασκάλω

주인들아

διδάσκαλοι

주인들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • «Οἱ ἐν Ἱεροσολύμοισ καὶ οἱ ἐν τῇ Ἰουδαίᾳ καὶ ἡ γερουσία καὶ Ἰούδασ Ἀριστοβούλῳ διδασκάλῳ Πτολεμαίου τοῦ βασιλέωσ, ὄντι δὲ ἀπὸ τοῦ τῶν χριστῶν ἱερέων γένουσ, καὶ τοῖσ ἐν Αἰγύπτῳ Ἰουδαίοισ χαίρειν καὶ ὑγιαίνειν. (Septuagint, Liber Maccabees II 1:10)

    (70인역 성경, Liber Maccabees II 1:10)

  • "τὸν γοῦν Θεαγένη τοῦτο μάλιστα αἰτιάσαιτο ἄν τισ, ὅτι τἄλλα ζηλῶν τἀνδρὸσ οὐχ ἕπεται τῷ διδασκάλῳ καὶ συνοδεύει παρὰ τὸν Ἡρακλέα, ὥσ φησιν, ἀπιόντι, δυνάμενοσ ἐν βραχεῖ πανευδαίμων γενέσθαι συνεμπεσὼν ἐπὶ κεφαλὴν ^ ἐσ τὸ πῦρ . (Lucian, De morte Peregrini, (no name) 9:67)

    (루키아노스, De morte Peregrini, (no name) 9:67)

  • εἶτα, ἐπειδὴ ἠπείλησα ξυναρπάσασ τινὰσ ἐμβαλεῖν εἰσ τὸ πῦρ, ὡσ ἂν ἕποιντο τῷ διδασκάλῳ, ἐπαύσαντο καὶ εἰρήνην ἦγον. (Lucian, De morte Peregrini, (no name) 17:7)

    (루키아노스, De morte Peregrini, (no name) 17:7)

  • Φιλοτησίαι τὸ ἐπὶ τούτῳ, καὶ σκύφον εὐμεγέθη τινὰ αἰτήσασ προὔπιέν σοι τῷ διδασκάλῳ, ἢ ὁτιδήποτε προσειπών· (Lucian, De mercede, (no name) 16:6)

    (루키아노스, De mercede, (no name) 16:6)

  • οὐ γὰρ πρεπῶδέσ ἐστι τῷ διδασκάλῳ ἰσχάδια καὶ τρωγάλια τοῖσ θεωμένοισ προβαλόντ’ ἐπὶ τούτοισ εἶτ’ ἀναγκάζειν γελᾶν. (Aristophanes, Plutus, Episode16)

    (아리스토파네스, Plutus, Episode16)

유의어

  1. 주인

관련어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION