헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

διατηρέω

ε 축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: διατηρέω διατηρήσω

형태분석: δια (접두사) + τηρέ (어간) + ω (인칭어미)

  1. 관찰하다, 살피다, 알아차리다
  2. 유지하다, 보존하다, 지키다
  3. 지키다, 막다
  1. to watch closely, observe
  2. to keep faithfully, maintain
  3. to keep

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διατήρω

(나는) 관찰한다

διατήρεις

(너는) 관찰한다

διατήρει

(그는) 관찰한다

쌍수 διατήρειτον

(너희 둘은) 관찰한다

διατήρειτον

(그 둘은) 관찰한다

복수 διατήρουμεν

(우리는) 관찰한다

διατήρειτε

(너희는) 관찰한다

διατήρουσιν*

(그들은) 관찰한다

접속법단수 διατήρω

(나는) 관찰하자

διατήρῃς

(너는) 관찰하자

διατήρῃ

(그는) 관찰하자

쌍수 διατήρητον

(너희 둘은) 관찰하자

διατήρητον

(그 둘은) 관찰하자

복수 διατήρωμεν

(우리는) 관찰하자

διατήρητε

(너희는) 관찰하자

διατήρωσιν*

(그들은) 관찰하자

기원법단수 διατήροιμι

(나는) 관찰하기를 (바라다)

διατήροις

(너는) 관찰하기를 (바라다)

διατήροι

(그는) 관찰하기를 (바라다)

쌍수 διατήροιτον

(너희 둘은) 관찰하기를 (바라다)

διατηροίτην

(그 둘은) 관찰하기를 (바라다)

복수 διατήροιμεν

(우리는) 관찰하기를 (바라다)

διατήροιτε

(너희는) 관찰하기를 (바라다)

διατήροιεν

(그들은) 관찰하기를 (바라다)

명령법단수 διατῆρει

(너는) 관찰해라

διατηρεῖτω

(그는) 관찰해라

쌍수 διατήρειτον

(너희 둘은) 관찰해라

διατηρεῖτων

(그 둘은) 관찰해라

복수 διατήρειτε

(너희는) 관찰해라

διατηροῦντων, διατηρεῖτωσαν

(그들은) 관찰해라

부정사 διατήρειν

관찰하는 것

분사 남성여성중성
διατηρων

διατηρουντος

διατηρουσα

διατηρουσης

διατηρουν

διατηρουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διατήρουμαι

(나는) 관찰된다

διατήρει, διατήρῃ

(너는) 관찰된다

διατήρειται

(그는) 관찰된다

쌍수 διατήρεισθον

(너희 둘은) 관찰된다

διατήρεισθον

(그 둘은) 관찰된다

복수 διατηροῦμεθα

(우리는) 관찰된다

διατήρεισθε

(너희는) 관찰된다

διατήρουνται

(그들은) 관찰된다

접속법단수 διατήρωμαι

(나는) 관찰되자

διατήρῃ

(너는) 관찰되자

διατήρηται

(그는) 관찰되자

쌍수 διατήρησθον

(너희 둘은) 관찰되자

διατήρησθον

(그 둘은) 관찰되자

복수 διατηρώμεθα

(우리는) 관찰되자

διατήρησθε

(너희는) 관찰되자

διατήρωνται

(그들은) 관찰되자

기원법단수 διατηροίμην

(나는) 관찰되기를 (바라다)

διατήροιο

(너는) 관찰되기를 (바라다)

διατήροιτο

(그는) 관찰되기를 (바라다)

쌍수 διατήροισθον

(너희 둘은) 관찰되기를 (바라다)

διατηροίσθην

(그 둘은) 관찰되기를 (바라다)

복수 διατηροίμεθα

(우리는) 관찰되기를 (바라다)

διατήροισθε

(너희는) 관찰되기를 (바라다)

διατήροιντο

(그들은) 관찰되기를 (바라다)

명령법단수 διατήρου

(너는) 관찰되어라

διατηρεῖσθω

(그는) 관찰되어라

쌍수 διατήρεισθον

(너희 둘은) 관찰되어라

διατηρεῖσθων

(그 둘은) 관찰되어라

복수 διατήρεισθε

(너희는) 관찰되어라

διατηρεῖσθων, διατηρεῖσθωσαν

(그들은) 관찰되어라

부정사 διατήρεισθαι

관찰되는 것

분사 남성여성중성
διατηρουμενος

διατηρουμενου

διατηρουμενη

διατηρουμενης

διατηρουμενον

διατηρουμενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διατηρήσω

(나는) 관찰하겠다

διατηρήσεις

(너는) 관찰하겠다

διατηρήσει

(그는) 관찰하겠다

쌍수 διατηρήσετον

(너희 둘은) 관찰하겠다

διατηρήσετον

(그 둘은) 관찰하겠다

복수 διατηρήσομεν

(우리는) 관찰하겠다

διατηρήσετε

(너희는) 관찰하겠다

διατηρήσουσιν*

(그들은) 관찰하겠다

기원법단수 διατηρήσοιμι

(나는) 관찰하겠기를 (바라다)

διατηρήσοις

(너는) 관찰하겠기를 (바라다)

διατηρήσοι

(그는) 관찰하겠기를 (바라다)

쌍수 διατηρήσοιτον

(너희 둘은) 관찰하겠기를 (바라다)

διατηρησοίτην

(그 둘은) 관찰하겠기를 (바라다)

복수 διατηρήσοιμεν

(우리는) 관찰하겠기를 (바라다)

διατηρήσοιτε

(너희는) 관찰하겠기를 (바라다)

διατηρήσοιεν

(그들은) 관찰하겠기를 (바라다)

부정사 διατηρήσειν

관찰할 것

분사 남성여성중성
διατηρησων

διατηρησοντος

διατηρησουσα

διατηρησουσης

διατηρησον

διατηρησοντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διατηρήσομαι

(나는) 관찰되겠다

διατηρήσει, διατηρήσῃ

(너는) 관찰되겠다

διατηρήσεται

(그는) 관찰되겠다

쌍수 διατηρήσεσθον

(너희 둘은) 관찰되겠다

διατηρήσεσθον

(그 둘은) 관찰되겠다

복수 διατηρησόμεθα

(우리는) 관찰되겠다

διατηρήσεσθε

(너희는) 관찰되겠다

διατηρήσονται

(그들은) 관찰되겠다

기원법단수 διατηρησοίμην

(나는) 관찰되겠기를 (바라다)

διατηρήσοιο

(너는) 관찰되겠기를 (바라다)

διατηρήσοιτο

(그는) 관찰되겠기를 (바라다)

쌍수 διατηρήσοισθον

(너희 둘은) 관찰되겠기를 (바라다)

διατηρησοίσθην

(그 둘은) 관찰되겠기를 (바라다)

복수 διατηρησοίμεθα

(우리는) 관찰되겠기를 (바라다)

διατηρήσοισθε

(너희는) 관찰되겠기를 (바라다)

διατηρήσοιντο

(그들은) 관찰되겠기를 (바라다)

부정사 διατηρήσεσθαι

관찰될 것

분사 남성여성중성
διατηρησομενος

διατηρησομενου

διατηρησομενη

διατηρησομενης

διατηρησομενον

διατηρησομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διετῆρουν

(나는) 관찰하고 있었다

διετῆρεις

(너는) 관찰하고 있었다

διετῆρειν*

(그는) 관찰하고 있었다

쌍수 διετήρειτον

(너희 둘은) 관찰하고 있었다

διετηρεῖτην

(그 둘은) 관찰하고 있었다

복수 διετήρουμεν

(우리는) 관찰하고 있었다

διετήρειτε

(너희는) 관찰하고 있었다

διετῆρουν

(그들은) 관찰하고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διετηροῦμην

(나는) 관찰되고 있었다

διετήρου

(너는) 관찰되고 있었다

διετήρειτο

(그는) 관찰되고 있었다

쌍수 διετήρεισθον

(너희 둘은) 관찰되고 있었다

διετηρεῖσθην

(그 둘은) 관찰되고 있었다

복수 διετηροῦμεθα

(우리는) 관찰되고 있었다

διετήρεισθε

(너희는) 관찰되고 있었다

διετήρουντο

(그들은) 관찰되고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὃσ φυλάσσει τὸ στόμα αὐτοῦ καὶ τὴν γλῶσσαν, διατηρεῖ ἐκ θλίψεωσ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ. (Septuagint, Liber Proverbiorum 21:22)

    (70인역 성경, 잠언 21:22)

  • ἵνα μάθωσιν οἱ υἱοί σου, οὓσ ἠγάπησασ, Κύριε, ὅτι οὐχ αἱ γενέσεισ τῶν καρπῶν τρέφουσιν ἄνθρωπον, ἀλλὰ τὸ ρῆμά σου τοὺσ σοὶ πιστεύοντασ διατηρεῖ. (Septuagint, Liber Sapientiae 16:26)

    (70인역 성경, 지혜서 16:26)

  • αὐτὸσ σὰρξ ὢν διατηρεῖ μῆνιν, τίσ ἐξιλάσεται τὰσ ἁμαρτίασ αὐτοῦ̣ (Septuagint, Liber Sirach 28:5)

    (70인역 성경, Liber Sirach 28:5)

  • τὰ δὲ ταχὺ θερμαινόμενα κοῦφα καὶ ὑγιεινά, ἐν Κραννῶνι δ’ ἐστὶν ὕδωρ ἡσυχῇ θερμόν, ὃ θερμόν διατηρεῖ κραθέντα τὸν οἶνον ἐπὶ δύο καὶ τρεῖσ ἡμέρασ, τὰ δ’ ἐπίρρυτα καὶ ἐξ ὀχετοῦ ὡσ ἐπίπαν βελτίω τῶν στασίμων, κοπτόμενά τε μαλακώτερα γίνεται, διὰ τοῦτο καὶ τὰ ἀπὸ τῆσ χιόνοσ δοκεῖ χρηστὰ εἶναι· (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 2, book 2, chapter 16 2:3)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 2, book 2, chapter 16 2:3)

  • "ὅθεν ἐμμένουσα τοῖσ πάθεσιν ἡ δόξα διατηρεῖ τὸ ἀναμάρτητον, ἐκβαίνουσα δὲ καὶ πολυπραγμονοῦσα τῷ κρίνειν καὶ ἀποφαίνεσθαι περὶ τῶν ἐκτὸσ αὑτήν τε πολλάκισ ταράσσει καὶ μάχεται πρὸσ ἑτέρουσ ἀπὸ τῶν αὐτῶν ἐναντία πάθη καὶ διαφόρουσ φαντασίασ λαμβάνοντασ. (Plutarch, Adversus Colotem, section 2412)

    (플루타르코스, Adversus Colotem, section 2412)

유의어

  1. 관찰하다

  2. 유지하다

  3. 지키다

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION