- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

βραχύς?

1/3군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: brachys 고전 발음: [라퀴] 신약 발음: [라퀴]

기본형: βραχύς βραχεῖα βραχύ

형태분석: βραχυ (어간) + ς (어미)

  1. 짧은, 간명한, 단모음의
  2. 작은, 짧은, 미미한, 적은
  3. 적은, 몇몇
  4. 겸손한, 사소한, 같잖은
  5. 짧은, 단모음의
  1. (of time) short, brief
  2. (of distance, height) short, small, little
  3. few
  4. (of importance) humble, insignificant
  5. (grammar, of vowels) short

곡용 정보

1/3군 변화
남성 여성 중성
단수주격 βραχύς

짧은 (이)가

βραχεῖα

짧은 (이)가

βραχύ

짧은 (것)가

속격 βραχέος

짧은 (이)의

βραχείας

짧은 (이)의

βραχέος

짧은 (것)의

여격 βραχεί

짧은 (이)에게

βραχείᾳ

짧은 (이)에게

βραχεί

짧은 (것)에게

대격 βραχύν

짧은 (이)를

βραχεῖαν

짧은 (이)를

βραχύ

짧은 (것)를

호격 βραχύ

짧은 (이)야

βραχεῖα

짧은 (이)야

βραχύ

짧은 (것)야

쌍수주/대/호 βραχέε

짧은 (이)들이

βραχεία

짧은 (이)들이

βραχέε

짧은 (것)들이

속/여 βραχέοιν

짧은 (이)들의

βραχείαιν

짧은 (이)들의

βραχέοιν

짧은 (것)들의

복수주격 βραχείς

짧은 (이)들이

βραχείαι

짧은 (이)들이

βραχή

짧은 (것)들이

속격 βραχέων

짧은 (이)들의

βραχειῶν

짧은 (이)들의

βραχέων

짧은 (것)들의

여격 βραχέσι(ν)

짧은 (이)들에게

βραχείαις

짧은 (이)들에게

βραχέσι(ν)

짧은 (것)들에게

대격 βραχείς

짧은 (이)들을

βραχείας

짧은 (이)들을

βραχή

짧은 (것)들을

호격 βραχείς

짧은 (이)들아

βραχείαι

짧은 (이)들아

βραχή

짧은 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐν τῷ εἶναι αὐτοὺς ἀριθμῷ βραχεῖς, ὀλιγοστοὺς καὶ παροίκους ἐν αὐτῇ (Septuagint, Liber Psalmorum 104:12)

    (70인역 성경, 시편 104:12)

  • καὶ οὐκ αἰσχύνεται τὴν μὲν ἐλευθερίαν καὶ τὸ ἄνετον τῶν ἐν ἐμοὶ λόγων συντεμών, εἰς μικρὰ δὲ καὶ κομματικὰ ἐρωτήματα κατακλείσας ἑαυτόν, καὶ ἀντὶ τοῦ λέγειν ὅ τι βούλεται μεγάλῃ τῇ φωνῇ βραχεῖς τινας λόγους ἀναπλέκων καὶ συλλαβίζων, ἀφ ὧν ἀθρόος μὲν ἔπαινος ἢ κρότος πολὺς οὐκ ἂν ἀπαντήσειεν αὐτῷ, μειδίαμα δὲ παρὰ τῶν ἀκουόντων καὶ τὸ ἐπισεῖσαι τὴν χεῖρα ἐντὸς τῶν ὁρ´ων καὶ μικρὰ ἐπινεῦσαι τῇ κεφαλῇ καὶ ἐπιστενάξαι τοῖς λεγομένοις. (Lucian, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 28:2)

    (루키아노스, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 28:2)

  • ἐγὼ γοῦν ἀκούω καὶ παρ ὑμῖν τοῖς Ἕλλησι πολλοὺς γενέσθαι τυράννους σοφοὺς ὑπὸ φαύλῳ ὀνόματι δοκοῦντι χρηστὸν καὶ ἥμερον ἦθος ἐπιδεδειγμένους, ὧν ἐνίων καὶ λόγους εἶναι βραχεῖς ἐν τῷ ἱερῷ ὑμῶν ἀποκειμένους, ἀγάλματα καὶ ἀναθήματα τῷ Πυθίῳ. (Lucian, Phalaris, book 1 7:2)

    (루키아노스, Phalaris, book 1 7:2)

  • κύω γὰρ, ὦ γυναῖκες, ἀλλ αἰδοῖ, φίλαι, ἐν γράμμασι σφῷν τοὔνομ ἐξερῶ βρέφους, ὀρθὴ μακρὰ γραμμὴ στιν ἐκ δ αὐτῆς μέσης μικρὰ παρεστῶσ1 ἑκατέρωθεν ὑπτία, ἔπειτα κύκλος πόδας ἔχων βραχεῖς δύο. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 10, book 10, chapter 802)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 10, book 10, chapter 802)

  • οὗτος τὴνοἴκησιν ἔχων παρ ὁδὸν ἐστόρεσε δύο κλίνας, μίαν μὲν μικράν, ἑτέραν δὲ μεγάλην, καὶ τοὺς παριόντας ἐπὶ ξένια καλῶν τοὺς μὲν βραχεῖς ἐπὶ τῆς μεγάλης κατακλίνων σφύραις ἔτυπτεν, ἵν ἐξισωθῶσι τῇ κλίνῃ, τοὺς δὲ μεγάλους ἐπὶ τῆς μικρᾶς, καὶ τὰ ὑπερέχοντα τοῦ σώματος ἀπέπριζε. (Apollodorus, Library and Epitome, book E, chapter 1 5:2)

    (아폴로도로스, Library and Epitome, book E, chapter 1 5:2)

유의어

  1. 짧은

  2. 작은

  3. 적은

  4. 겸손한

  5. 짧은

관련어

명사

형용사

동사

부사

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION