헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀσωτίᾱ

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀσωτίᾱ ἀσωτίας

형태분석: ἀσωτι (어간) + ᾱ (어미)

어원: a)/swtos

  1. 낭비, 협잡, 사기
  1. prodigality, profligacy

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ἀσωτίᾱ

낭비가

ἀσωτίᾱ

낭비들이

ἀσωτίαι

낭비들이

속격 ἀσωτίᾱς

낭비의

ἀσωτίαιν

낭비들의

ἀσωτιῶν

낭비들의

여격 ἀσωτίᾱͅ

낭비에게

ἀσωτίαιν

낭비들에게

ἀσωτίαις

낭비들에게

대격 ἀσωτίᾱν

낭비를

ἀσωτίᾱ

낭비들을

ἀσωτίᾱς

낭비들을

호격 ἀσωτίᾱ

낭비야

ἀσωτίᾱ

낭비들아

ἀσωτίαι

낭비들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • φυλάσσει νόμον υἱὸσ συνετόσ, ὃσ δὲ ποιμαίνει ἀσωτίαν ἀτιμάζει πατέρα. (Septuagint, Liber Proverbiorum 28:7)

    (70인역 성경, 잠언 28:7)

  • Ῥόδον ἐκάλει μνηστήρων πόλιν, χρώματι μὲν εἰσ ἀσωτίαν διαλλάττειν ἐκείνων ἡγούμενοσ αὐτούσ, ὁμοιότητι δ’ εἰσ καταφέρειαν ἡδονῆσ τὴν πόλιν μνηστήρων εἰκάζων. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 8, book 8, chapter 45 4:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 8, book 8, chapter 45 4:1)

  • οὕτω δεῖ μᾶλλον δυσχεραίνειν τῶν δι’ ἀσωτίαν τοὺσ διὰ μικρολογίαν καὶ ἀνελευθερίαν πονηρούσ· (Plutarch, De cupiditate divitiarum, section 6 3:2)

    (플루타르코스, De cupiditate divitiarum, section 6 3:2)

  • "Ἀγαθαρχίδησ δ’ ἐν τῇ τριακοστῇ πέμπτῃ τῶν Εὐρωπιακῶν Ἀρυκανδεῖσ, φησί, Λυκίασ ὅμοροι ὄντεσ Λιμυρεῦσι διὰ τὴν περὶ τὸν βίον ἀσωτίαν καὶ πολυτέλειαν κατάχρεοι γενόμενοι καὶ διὰ τὴν ἀργίαν καὶ φιληδονίαν ἀδυνατοῦντεσ ἀποδοῦναι τὰ δάνεια προσέκλιναν ταῖσ Μιθριδάτου ἐλπίσιν, ἆθλον ἕξειν νομίσαντεσ χρεῶν ἀποκοπάσ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 12, book 12, chapter 20 1:119)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 12, book 12, chapter 20 1:119)

  • τάχ’ οὖν διὰ τὴν πολλὴν ταύτην ἀσωτίαν καὶ κιναιδίαν τοὔνομα αὐτοῦ παρέλιπε Δημοσθένησ ἐν τῷ περὶ ἀτελειῶν. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 60 3:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 60 3:1)

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION