Ancient Greek-English Dictionary Language

ἀρκτικός

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: ἀρκτικός ἀρκτική ἀρκτικόν

Structure: ἀρκτικ (Stem) + ος (Ending)

Sense

  1. having to do with the Great Bear (Ursa Major)
  2. northern lands (lands near Ursa Major)

Examples

  • παράλληλοι δ’ εἰσὶ γνωριμώτατοι ὅ τε ἰσημερινὸσ καὶ οἱ τροπικοὶ δύο καὶ οἱ ἀρκτικοί· (Strabo, Geography, book 2, chapter 5 4:8)
  • τὸν δ’ αὐτὸν τρόπον καὶ περὶ τῶν τροπικῶν καὶ τῶν ἀρκτικῶν, παρ’ οἷσ εἰσιν ἀρκτικοί, διορίζουσιν ὁμωνύμωσ τοῖσ ἄνω τοὺσ ἐπὶ γῆσ ποιοῦντεσ, καὶ τοὺσ ἑκάστοισ ὑποπίπτοντασ. (Strabo, Geography, book 2, chapter 5 6:6)
  • τούτου δὲ κινουμένου, καὶ ποτὲ μὲν κατὰ κορυφὴν ἡμῖν γινομένου ποτὲ δὲ ὑπὸ γῆσ ὄντοσ, καὶ οἱ ἀρκτικοὶ συμμεταβάλλουσι, ποτὲ δὲ συνεκλείπουσι κατὰ τὰσ τοιαύτασ παραχωρήσεισ, ὥστε οὐκ ἂν εἰδείησ ὅπου ἐστὶ τὸ ἀρκτικὸν κλίμα, οὐδ’ εἰ ἀρχὴν ἐστίν· (Strabo, Geography, Book 10, chapter 2 17:18)

Synonyms

  1. having to do with the Great Bear

Related

Source: Ancient Greek entries from Wiktionary

Find this word at Wiktionary

SEARCH

MENU NAVIGATION