헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀπόρρητος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀπόρρητος ἀπόρρητη ἀπόρρητον

형태분석: ἀπορρητ (어간) + ος (어미)

어원: a)perw=

  1. 금지된, 시인되지 않은, 비합법적인, 불법의, 합법적이 아닌
  2. 비밀의, 감춰진, 비밀스러운, 숨겨진, 은밀한, 개인적인
  3. 진저리나는, 망할, 저주 받은
  1. forbidden, though it was forbidden, prohibited exports, contraband articles
  2. not to be spoken, that should not be spoken, secret, dicenda tacenda, a state-secret
  3. ineffable
  4. unfit to be spoken, abominable

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ἀπόρρητος

금지된 (이)가

ἀπόρρήτη

금지된 (이)가

ἀπόρρητον

금지된 (것)가

속격 ἀπορρήτου

금지된 (이)의

ἀπόρρήτης

금지된 (이)의

ἀπορρήτου

금지된 (것)의

여격 ἀπορρήτῳ

금지된 (이)에게

ἀπόρρήτῃ

금지된 (이)에게

ἀπορρήτῳ

금지된 (것)에게

대격 ἀπόρρητον

금지된 (이)를

ἀπόρρήτην

금지된 (이)를

ἀπόρρητον

금지된 (것)를

호격 ἀπόρρητε

금지된 (이)야

ἀπόρρήτη

금지된 (이)야

ἀπόρρητον

금지된 (것)야

쌍수주/대/호 ἀπορρήτω

금지된 (이)들이

ἀπόρρήτᾱ

금지된 (이)들이

ἀπορρήτω

금지된 (것)들이

속/여 ἀπορρήτοιν

금지된 (이)들의

ἀπόρρήταιν

금지된 (이)들의

ἀπορρήτοιν

금지된 (것)들의

복수주격 ἀπόρρητοι

금지된 (이)들이

ἀπό́ρρηται

금지된 (이)들이

ἀπόρρητα

금지된 (것)들이

속격 ἀπορρήτων

금지된 (이)들의

ἀπόρρητῶν

금지된 (이)들의

ἀπορρήτων

금지된 (것)들의

여격 ἀπορρήτοις

금지된 (이)들에게

ἀπόρρήταις

금지된 (이)들에게

ἀπορρήτοις

금지된 (것)들에게

대격 ἀπορρήτους

금지된 (이)들을

ἀπόρρήτᾱς

금지된 (이)들을

ἀπόρρητα

금지된 (것)들을

호격 ἀπόρρητοι

금지된 (이)들아

ἀπό́ρρηται

금지된 (이)들아

ἀπόρρητα

금지된 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Ἀριστοτέλησ Ῥόδιοσ ἄρχων Φωκαίασ, ἀπορῶν χρημάτων, ὁρῶν στάσεισ οὔσασ δύο τῶν Φωκαίων, λόγουσ ἐποιήσατο πρὸσ τὴν ἑτέραν στάσιν ἐν ἀπορρήτοισ, φάσκων αὑτῷ διδόναι χρήματα τοὺσ ἑτέρουσ ἐφ’ ᾧ αὐτοῖσ τὰ πράγματα ἐγκλῖναι, αὐτὸσ δὲ μᾶλλον βούλεσθαι παρὰ τούτων λαβεῖν καὶ τὰ περὶ τὴν πόλιν τούτοισ διοικεῖν παραδοῦναι. (Aristotle, Economics, Book 2 53:1)

    (아리스토텔레스, 경제학, Book 2 53:1)

  • ὡσ γὰρ τῇ γνώμῃ τοῦ συγγραφέωσ σκοποὺσ ὑπεθέμεθα παρρησίαν καὶ ἀλήθειαν, οὕτω δὲ καὶ τῇ φωνῇ αὐτοῦ εἷσ σκοπὸσ ὁ πρῶτοσ, σαφῶσ δηλῶσαι καὶ φανότατα ἐμφανίσαι τὸ πρᾶγμα, μήτε ἀπορρήτοισ καὶ ἔξω πάτου ὀνόμασι μήτε τοῖσ ἀγοραίοισ τούτοισ καὶ καπηλικοῖσ, ἀλλ̓ ὡσ μὲν τοὺσ πολλοὺσ συνεῖναι, τοὺσ δὲ πεπαιδευμένουσ ἐπαινέσαι. (Lucian, Quomodo historia conscribenda sit, chapter 441)

    (루키아노스, Quomodo historia conscribenda sit, chapter 441)

  • ἀλλ’ ἐπιστόλια παραλύουσιν οὗτοι φίλων, συνεδρίοισ ἀπορρήτοισ ἑαυτοὺσ παρεμβάλλουσιν, ἱερῶν, ἃ μὴ θέμισ ὁρᾶν, γίγνονται θεαταί, τόπουσ ἀβάτουσ πατοῦσι, πράγματα καὶ λόγουσ βασιλικοὺσ ἀνερευνῶσι. (Plutarch, De curiositate, section 15 5:1)

    (플루타르코스, De curiositate, section 15 5:1)

  • καὶ γὰρ αὕτη περὶ τὸν καλὸν ἐκεῖνον ἐβάκχευσε κρατῆρα τοῦ ἔρωτοσ, καὶ κατωργίαστο διὰ τοῦ θεοῦ τοῖσ ἀπορρήτοισ. (Plutarch, De garrulitate, section 8 1:2)

    (플루타르코스, De garrulitate, section 8 1:2)

  • καὶ γὰρ αὕτη περὶ τὸν καλὸν ἐκεῖνον ἐβάκχευσε κρατῆρα τοῦ ἔρωτοσ, καὶ κατωργίαστο διὰ τοῦ θεοῦ τοῖσ ἀπορρήτοισ. (Plutarch, De garrulitate, section 8 2:2)

    (플루타르코스, De garrulitate, section 8 2:2)

유의어

  1. 비밀의

  2. ineffable

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION