헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἄπονος

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἄπονος ἄπονος ἄπονον

형태분석: ἀ (접두사) + πον (어간) + ος (어미)

  1. without toil or trouble
  2. painless

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 ά̓πονος

(이)가

ά̓πονον

(것)가

속격 ἀπόνου

(이)의

ἀπόνου

(것)의

여격 ἀπόνῳ

(이)에게

ἀπόνῳ

(것)에게

대격 ά̓πονον

(이)를

ά̓πονον

(것)를

호격 ά̓πονε

(이)야

ά̓πονον

(것)야

쌍수주/대/호 ἀπόνω

(이)들이

ἀπόνω

(것)들이

속/여 ἀπόνοιν

(이)들의

ἀπόνοιν

(것)들의

복수주격 ά̓πονοι

(이)들이

ά̓πονα

(것)들이

속격 ἀπόνων

(이)들의

ἀπόνων

(것)들의

여격 ἀπόνοις

(이)들에게

ἀπόνοις

(것)들에게

대격 ἀπόνους

(이)들을

ά̓πονα

(것)들을

호격 ά̓πονοι

(이)들아

ά̓πονα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • "τοὺσ δὲ θεούσ φησιν εἶναι ῥεῖα ζώοντασ τὸ δὲ ῥεῖα ἐστὶν ἀπόνωσ, ὥσπερ ἐνδεικνύμενοσ ὅτι μέγιστόν ἐστι τῶν κακῶν ἡ περὶ τὸ ζῆν ταλαιπωρία καὶ ὁ πόνοσ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 12, book 12, chapter 514)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 12, book 12, chapter 514)

  • τεχθῆναι δὲ Κικέρωνα λέγουσιν ἀνωδύνωσ καί ἀπόνωσ λοχευθείσησ αὐτοῦ τῆσ μητρὸσ ἡμέρᾳ τρίτῃ τῶν νέων Καλανδῶν, ἐν ᾗ νῦν οἱ ἄρχοντεσ εὔχονται καί θύουσιν ὑπὲρ τοῦ ἡγεμόνοσ. (Plutarch, Cicero, chapter 2 1:1)

    (플루타르코스, Cicero, chapter 2 1:1)

  • ἰσχιακοὺσ φάσκων ἀπόνουσ διατελεῖν εἰ καταυλήσοι τισ τοῦ τόπου τῇ Φρυγιστὶ ἁρμονίᾳ ταύτην δὲ τὴν ἁρμονίαν Φρύγεσ πρῶτοι εὑρ͂ον καὶ μετεχειρίσαντο. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 14, book 14, chapter 18 3:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 14, book 14, chapter 18 3:1)

  • ὅτι δὲ διαβόητον ἦν τὸ τοῦ Κράτητοσ ἐλεφάντινον τάριχοσ μαρτυρεῖ Ἀριστοφάνησ ἐν Θεσμοφοριαζούσαισ διὰ τούτων ἦν μέγα τι χρῆμ’ ἔτι τρυγῳδοποιομουσική, ἡνίκα Κράτητί τε τάριχοσ ἐλεφάντινον λαμπρὸν ἐνόμιζεν ἀπόνωσ παρακεκλημένον ἄλλα τε τοιαῦθ’ ἕτερα μυρί’ ἐκιχλίζετο. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 3, book 3, chapter 85 4:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 3, book 3, chapter 85 4:1)

  • οὐ γὰρ ἔστιν ἐν γεωμετρίᾳ χαλεπωτέρασ καὶ βαρυτέρασ ὑποθέσεισ ἐν ἁπλουστέροισ λαβεῖν καὶ καθαρωτέροισ στοιχείοισ γραφομένασ, καὶ τοῦθ’ οἱ μὲν εὐφυϊᾴ τοῦ ἀνδρὸσ προσάπτουσιν, οἱ δὲ ὑπερβολῇ τινι πόνου νομίζουσιν ἀπόνωσ πεποιημένῳ καὶ ῥᾳδίωσ ἕκαστον ἐοικὸσ γεγονέναι· (Plutarch, Marcellus, chapter 17 5:1)

    (플루타르코스, Marcellus, chapter 17 5:1)

  • "μέμνῃ, ὦ τέκνον, καὶ ἄπονοσ ἔσῃ καὶ θαρρήσεισ. (Plutarch, Lacaenarum Apophthegmata, , section 14 1:1)

    (플루타르코스, Lacaenarum Apophthegmata, , section 14 1:1)

  • "μέμνῃ, ὦ τέκνον, καὶ ἄπονοσ ἔσῃ καὶ θαρρήσεισ. (Plutarch, Lacaenarum Apophthegmata, , section 141)

    (플루타르코스, Lacaenarum Apophthegmata, , section 141)

  • Ἢν δὲ πνεύμων, ἐπὶ μὲν σμικρῇ τῇ αἰτίῃ, δύσπνοια · ζώει κακῶσ, θάνατοσ μήκιστοσ, ἢν μή τισ ἀκέηται · ἐπὶ δὲ μεγάλῳ πάθεϊ, ὁκοῖον ἡ φλεγμον ὴ, πνιγμὸσ , ἀφωνίη, ἄπνοια, ὄλεθροσ αὐτίκα· ἥδε ἐστὶν ἥν καλέομεν περιπνευμονίην, φλεγμονὴ τοῦ πνεύμονοσ, ξὺν ὀξέϊ πυρετῷ, εὖτε ξύνεστιν αὐτέοισι βάροσ τοῦ θώρηκοσ, ἀπονίη, ἢν μοῦνοσ φλεγμήνῃ ὁ πνεύμων, ἄπονοσ γὰρ ἡ φύσισ αὐτέου· μανὸσ μὲν γὰρ τὴν οὐσίην, εἰρίοισιν ἴκελοσ. (Aretaeus, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 7)

    (아레타이오스, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 7)

  • ξύνεστι δὲ τοῦ θώρηκοσ βάροσ· πλεύμων γὰρ ἄπονοσ, ἄση, δυσφορίη, ἀποσιτίη, ἑσπέρῃ περίψυξισ, καὶ θέρμη ἐσ τὴν ἑώ· ἱδρὼσ ἄχρι θώρηκοσ τῆσ θέρμησ δυσφορώτεροσ· βηχὸσ ἀναγωγαὶ ποικίλαι, ὁκοίασ ἔλεξα. (Aretaeus, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 149)

    (아레타이오스, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 149)

  • Σημήϊα δὲ τὰ μὲν ἁπάντων ξυνὰ, τὰ δὲ ἑκάστου ἴδια· βάροσ ἢ πόνοσ γε ξυνόν· πνεύμων γὰρ ἄπονοσ· πυρετοὶ ἀμυδροὶ, Ῥίγεα πρὸσ ἑσπέρην, ἱδρῶτεσ ἐπ’ ἀνέσι, ἀγρυπνίη, οἰδήματα ἐν ἄκροισι ποσὶ καὶ χειρῶν δακτύλοισι , ἄλλοτε καὶ ἄλλοτε καθιστάμενα, καὶ ἐπαιρόμενα · δυσφορίη, ἀποσιτίη, ἰσχνότη σ ὅλου· ἢν δὲ καὶ μῆκοσ ἴσχῃ ἡ μεταβολὴ, ἕξισ φθινώδησ. (Aretaeus, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 178)

    (아레타이오스, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 178)

유의어

  1. without toil or trouble

  2. painless

관련어

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION