헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀναγράφω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀναγράφω

형태분석: ἀνα (접두사) + γράφ (어간) + ω (인칭어미)

  1. 서술하다, 설명하다
  2. 제목을 붙이다, 명명하다
  1. to engrave and set up, to inscribe, register
  2. to register, to be registered, to be registered
  3. to describe
  4. to entitle

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀναγράφω

ἀναγράφεις

ἀναγράφει

쌍수 ἀναγράφετον

ἀναγράφετον

복수 ἀναγράφομεν

ἀναγράφετε

ἀναγράφουσιν*

접속법단수 ἀναγράφω

ἀναγράφῃς

ἀναγράφῃ

쌍수 ἀναγράφητον

ἀναγράφητον

복수 ἀναγράφωμεν

ἀναγράφητε

ἀναγράφωσιν*

기원법단수 ἀναγράφοιμι

ἀναγράφοις

ἀναγράφοι

쌍수 ἀναγράφοιτον

ἀναγραφοίτην

복수 ἀναγράφοιμεν

ἀναγράφοιτε

ἀναγράφοιεν

명령법단수 ἀναγράφε

ἀναγραφέτω

쌍수 ἀναγράφετον

ἀναγραφέτων

복수 ἀναγράφετε

ἀναγραφόντων, ἀναγραφέτωσαν

부정사 ἀναγράφειν

분사 남성여성중성
ἀναγραφων

ἀναγραφοντος

ἀναγραφουσα

ἀναγραφουσης

ἀναγραφον

ἀναγραφοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀναγράφομαι

ἀναγράφει, ἀναγράφῃ

ἀναγράφεται

쌍수 ἀναγράφεσθον

ἀναγράφεσθον

복수 ἀναγραφόμεθα

ἀναγράφεσθε

ἀναγράφονται

접속법단수 ἀναγράφωμαι

ἀναγράφῃ

ἀναγράφηται

쌍수 ἀναγράφησθον

ἀναγράφησθον

복수 ἀναγραφώμεθα

ἀναγράφησθε

ἀναγράφωνται

기원법단수 ἀναγραφοίμην

ἀναγράφοιο

ἀναγράφοιτο

쌍수 ἀναγράφοισθον

ἀναγραφοίσθην

복수 ἀναγραφοίμεθα

ἀναγράφοισθε

ἀναγράφοιντο

명령법단수 ἀναγράφου

ἀναγραφέσθω

쌍수 ἀναγράφεσθον

ἀναγραφέσθων

복수 ἀναγράφεσθε

ἀναγραφέσθων, ἀναγραφέσθωσαν

부정사 ἀναγράφεσθαι

분사 남성여성중성
ἀναγραφομενος

ἀναγραφομενου

ἀναγραφομενη

ἀναγραφομενης

ἀναγραφομενον

ἀναγραφομενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. to engrave and set up

  2. to register

  3. 서술하다

관련어

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION