헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἁμαρτωλός

2군 변화 명사; 남성 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἁμαρτωλός ἁμαρτωλοῦ

형태분석: ἁμαρτωλ (어간) + ος (어미)

  1. 죄인
  1. sinner

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ἁμαρτωλός

죄인이

ἁμαρτωλώ

죄인들이

ἁμαρτωλοί

죄인들이

속격 ἁμαρτωλοῦ

죄인의

ἁμαρτωλοῖν

죄인들의

ἁμαρτωλῶν

죄인들의

여격 ἁμαρτωλῷ

죄인에게

ἁμαρτωλοῖν

죄인들에게

ἁμαρτωλοῖς

죄인들에게

대격 ἁμαρτωλόν

죄인을

ἁμαρτωλώ

죄인들을

ἁμαρτωλούς

죄인들을

호격 ἁμαρτωλέ

죄인아

ἁμαρτωλώ

죄인들아

ἁμαρτωλοί

죄인들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ συνεστήσαντο δύναμιν καὶ ἐπάταξαν ἁμαρτωλοὺσ ἐν ὀργῇ αὐτῶν καὶ ἄνδρασ ἀνόμουσ ἐν θυμῷ αὐτῶν. καὶ οἱ λοιποὶ ἔφυγον εἰσ τὰ ἔθνη σωθῆναι. (Septuagint, Liber Maccabees I 2:44)

    (70인역 성경, Liber Maccabees I 2:44)

  • ἐπιβρέξει ἐπὶ ἁμαρτωλοὺσ παγίδασ, πῦρ καὶ θεῖον καὶ πνεῦμα καταιγίδοσ ἡ μερὶσ τοῦ ποτηρίου αὐτῶν. (Septuagint, Liber Psalmorum 10:6)

    (70인역 성경, 시편 10:6)

  • ὑπόμεινον τὸν Κύριον καὶ φύλαξον τὴν ὁδὸν αὐτοῦ, καὶ ὑψώσει σε τοῦ κατακληρονομῆσαι γῆν. ἐν τῷ ἐξολοθρεύεσθαι ἁμαρτωλοὺσ ὄψει. (Septuagint, Liber Psalmorum 36:34)

    (70인역 성경, 시편 36:34)

  • ἐν τῷ ἀνατεῖλαι ἁμαρτωλοὺσ ὡσεὶ χόρτον καὶ διέκυψαν πάντεσ οἱ ἐργαζόμενοι τὴν ἀνομίαν, ὅπωσ ἂν ἐξολοθρευθῶσιν εἰσ τὸν αἰῶνα τοῦ αἰῶνοσ. (Septuagint, Liber Psalmorum 91:8)

    (70인역 성경, 시편 91:8)

  • εἰσ τὰσ πρωίασ ἀπέκτεινον πάντασ τοὺσ ἁμαρτωλοὺσ τῆσ γῆσ τοῦ ἐξολοθρεῦσαι ἐκ πόλεωσ Κυρίου πάντασ τοὺσ ἐργαζομένουσ τὴν ἀνομίαν. (Septuagint, Liber Psalmorum 100:8)

    (70인역 성경, 시편 100:8)

유의어

  1. 죄인

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION