- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀβίωτος?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: abiōtos 고전 발음: [아비오:또] 신약 발음: [아비오또]

기본형: ἀβίωτος ἀβίωτη ἀβίωτον

형태분석: (접두사) + βιωτ (어간) + ος (어미)

  1. 견딜 수 없는, 참을 수 없는
  1. not to be lived, insupportable, life is intolerable, life intolerable

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ἀβίωτος

견딜 수 없는 (이)가

ἀβίώτη

견딜 수 없는 (이)가

ἀβίωτον

견딜 수 없는 (것)가

속격 ἀβιώτου

견딜 수 없는 (이)의

ἀβίώτης

견딜 수 없는 (이)의

ἀβιώτου

견딜 수 없는 (것)의

여격 ἀβιώτῳ

견딜 수 없는 (이)에게

ἀβίώτῃ

견딜 수 없는 (이)에게

ἀβιώτῳ

견딜 수 없는 (것)에게

대격 ἀβίωτον

견딜 수 없는 (이)를

ἀβίώτην

견딜 수 없는 (이)를

ἀβίωτον

견딜 수 없는 (것)를

호격 ἀβίωτε

견딜 수 없는 (이)야

ἀβίώτη

견딜 수 없는 (이)야

ἀβίωτον

견딜 수 없는 (것)야

쌍수주/대/호 ἀβιώτω

견딜 수 없는 (이)들이

ἀβίώτα

견딜 수 없는 (이)들이

ἀβιώτω

견딜 수 없는 (것)들이

속/여 ἀβιώτοιν

견딜 수 없는 (이)들의

ἀβίώταιν

견딜 수 없는 (이)들의

ἀβιώτοιν

견딜 수 없는 (것)들의

복수주격 ἀβίωτοι

견딜 수 없는 (이)들이

ἀβίωται

견딜 수 없는 (이)들이

ἀβίωτα

견딜 수 없는 (것)들이

속격 ἀβιώτων

견딜 수 없는 (이)들의

ἀβίωτῶν

견딜 수 없는 (이)들의

ἀβιώτων

견딜 수 없는 (것)들의

여격 ἀβιώτοις

견딜 수 없는 (이)들에게

ἀβίώταις

견딜 수 없는 (이)들에게

ἀβιώτοις

견딜 수 없는 (것)들에게

대격 ἀβιώτους

견딜 수 없는 (이)들을

ἀβίώτας

견딜 수 없는 (이)들을

ἀβίωτα

견딜 수 없는 (것)들을

호격 ἀβίωτοι

견딜 수 없는 (이)들아

ἀβίωται

견딜 수 없는 (이)들아

ἀβίωτα

견딜 수 없는 (것)들아

원급 비교급 최상급
형용사 ἀβίωτος

ἀβιώτου

견딜 수 없는 (이)의

ἀβιωτότερος

ἀβιωτοτέρου

더 견딜 수 없는 (이)의

ἀβιωτότατος

ἀβιωτοτάτου

가장 견딜 수 없는 (이)의

부사 ἀβιώτως

ἀβιωτότερον

ἀβιωτότατα

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ^ ἀβίωτα γάρ εἶναί σοι φής, εἰ μὴ τοιαύτην τινὰ τὴν δύναμιν περιβάλοιο ἐν τοῖς λόγοις ὡς ἄμαχον εἶναι καὶ ἀνυπόστατον καὶ θαυμάζεσθαι πρὸς ἁπάντων καὶ ἀποβλέπεσθαι, περισπούδαστον ἄκουσμα τοῖς Ἕλλησι δοκοῦντα: (Lucian, Rhetorum praeceptor, (no name) 1:2)

    (루키아노스, Rhetorum praeceptor, (no name) 1:2)

  • κἂν ταῦτ ἀνύσηται, τετταράκοντα βούλεται, ἤ φησιν εἶν ἀβίωτον αὑτῷ τὸν βίον. (Aristophanes, Plutus, Prologue 4:23)

    (아리스토파네스, Plutus, Prologue 4:23)

  • ἀφ οὗ γὰρ ὁ θεὸς οὗτος ἤρξατο βλέπειν, ἀβίωτον εἶναί μοι πεποίηκε τὸν βίον. (Aristophanes, Plutus, Episode8)

    (아리스토파네스, Plutus, Episode8)

  • ἀβίωτα γὰρ εἶναί μοι σοῦ ἀποθανόντος. (Lucian, Dialogi meretricii, 2:10)

    (루키아노스, Dialogi meretricii, 2:10)

  • ἀναπτύξω δέ σοι ἀβίωτον ἡμῖν νῦν τε καὶ πάροιθεν ὄν. (Euripides, Heracles, episode, lyric 2:2)

    (에우리피데스, Heracles, episode, lyric 2:2)

  • ἀλλὰ μὴν ταῦτά γε μὴ αἰσθανομένῳ μὲν ἀβίωτος ἂν εἰή ὁ βίος, αἰσθανόμενον δὲ πῶς οὐκ ἀνάγκη χεῖρόν τε καὶ ἀηδέστερον ζῆν· (Xenophon, Memorabilia, , chapter 8 9:2)

    (크세노폰, Memorabilia, , chapter 8 9:2)

  • τοῖς ἀτίμοις ἀβίωτος εὐλόγως ὁ βίος φαίνεται, καὶ πολλοὶ μᾶλλον αἱροῦνται θάνατον ἢ ζῆν τὴν ἐπιτιμίαν ἀποβαλόντες, ὅτι τῷ ἐθελήσαντι τύπτειν ἔξεστι καὶ κόλασις οὐκ ἔστιν οὐδεμία τοῦ προπηλακίζοντος. (Dio, Chrysostom, Orationes, 25:1)

    (디오, 크리소토모스, 연설 (2), 25:1)

  • ὥστε ὁ βίος, ὢν καὶ νῦν χαλεπός, εἰς τὸν χρόνον ἐκεῖνον ἀβίωτος γίγνοιτ ἂν τὸ παράπαν. (Plato, Cratylus, Theaetetus, Sophist, Statesman, 257:2)

    (플라톤, Cratylus, Theaetetus, Sophist, Statesman, 257:2)

  • ἆρ οὐκ, ἔφη, εἰ μέλλουσι τοιαῦται διάνοιαι ἐγγραφήσεσθαι ἀνθρώποις καὶ ἔμμονοι ἔσεσθαι, πρῶτον μὲν νόμους ὑπάρξαι δεῖ τοιούτους δι ὧν τοῖς μὲν ἀγαθοῖς ἔντιμος καὶ ἐλευθέριος ὁ βίος παρασκευασθήσεται, τοῖς δὲ κακοῖς ταπεινός τε καὶ ἀλγεινὸς καὶ ἀβίωτος ὁ αἰὼν ἐπανακείσεται· (Xenophon, Cyropaedia, , chapter 3 64:1)

    (크세노폰, Cyropaedia, , chapter 3 64:1)

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION