헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

Φοῖνιξ

3군 변화 명사; 남/여성 고유 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: Φοῖνιξ Φοίνικος

형태분석: Φοινικ (어간) + ς (어미)

  1. 페니키아인
  2. 카르타고인
  1. Phoenician
  2. Carthaginian (as descendants of Phoenicia)

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 Φοῖνιξ

페니키아인이

Φοίνικε

페니키아인들이

Φοίνικες

페니키아인들이

속격 Φοίνικος

페니키아인의

Φοινίκοιν

페니키아인들의

Φοινίκων

페니키아인들의

여격 Φοίνικι

페니키아인에게

Φοινίκοιν

페니키아인들에게

Φοίνιξιν*

페니키아인들에게

대격 Φοίνικα

페니키아인을

Φοίνικε

페니키아인들을

Φοίνικας

페니키아인들을

호격 Φοῖνιξ

페니키아인아

Φοίνικε

페니키아인들아

Φοίνικες

페니키아인들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τοῦτο μέγεθόσ σου, ὡμοιώθησ τῷ φοίνικι καὶ οἱ μαστοί σου τοῖσ βότρυσιν. (Septuagint, Canticum Canticorum 7:8)

    (70인역 성경, 아가 7:8)

  • εἶπα. ἀναβήσομαι ἐπὶ τῷ φοίνικι, κρατήσω τῶν ὕψεων αὐτοῦ, καὶ ἔσονται δὴ μαστοί σου ὡσ βότρυεσ τῆσ ἀμπέλου καὶ ὀσμὴ ρινόσ σου ὡσ μῆλα (Septuagint, Canticum Canticorum 7:9)

    (70인역 성경, 아가 7:9)

  • πυρὸσ φοίνικι πνοᾷ καθελὼν Τροίασ ἐπόρθησε χθόνα. (Euripides, The Trojan Women, choral, antistrophe 14)

    (에우리피데스, The Trojan Women, choral, antistrophe 14)

  • λάζυσθαι χρεὼν μοχλοὺσ δικέλλασ θ’, ὥστε Κυκλώπων βάθρα φοίνικι κανόνι καὶ τύκοισ ἡρμοσμένα στρεπτῷ σιδήρῳ συντριαινῶσαι πάλιν. (Euripides, Heracles, episode, lyric 1:15)

    (에우리피데스, Heracles, episode, lyric 1:15)

  • καὶ Νέστορι δ’ ἤδη ὄντι γηραιῷ καὶ Φοίνικι δὲ κρέασ ὀπτὸν δίδωσι ἀφιστῶν ἡμᾶσ τῶν ἀτάκτων ἐπιθυμιῶν. (Athenaeus, The Deipnosophists, book 1, chapter 15 2:4)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, book 1, chapter 15 2:4)

유의어

  1. 페니키아인

관련어

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION