헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

χλευασμός

2군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: χλευασμός χλεθασμού

형태분석: χλευασμ (어간) + ος (어미)

  1. 아이러니, 모순
  2. 조소, 경멸, 비웃음, 조롱
  1. Irony (as a figure of speech)
  2. mockery, piece of impertinence, (incidence of) scoffing

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 χλευασμός

아이러니가

χλευασμώ

아이러니들이

χλευασμοί

아이러니들이

속격 χλευασμοῦ

아이러니의

χλευασμοῖν

아이러니들의

χλευασμῶν

아이러니들의

여격 χλευασμῷ

아이러니에게

χλευασμοῖν

아이러니들에게

χλευασμοῖς

아이러니들에게

대격 χλευασμόν

아이러니를

χλευασμώ

아이러니들을

χλευασμούς

아이러니들을

호격 χλευασμέ

아이러니야

χλευασμώ

아이러니들아

χλευασμοί

아이러니들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἔθου ἡμᾶσ ὄνειδοσ τοῖσ γείτοσιν ἡμῶν, μυκτηρισμὸν καὶ χλευασμὸν τοῖσ κύκλῳ ἡμῶν. (Septuagint, Liber Psalmorum 43:14)

    (70인역 성경, 시편 43:14)

  • ὅτι πικρῷ λόγῳ μου γελάσομαι, ἀθεσίαν καὶ ταλαιπωρίαν ἐπικαλέσομαι, ὅτι ἐγενήθη λόγοσ Κυρίου εἰσ ὀνειδισμὸν ἐμοὶ καὶ εἰσ χλευασμὸν πᾶσαν ἡμέραν μου. (Septuagint, Liber Ieremiae 20:8)

    (70인역 성경, 예레미야서 20:8)

  • ὁ δὲ Ἄρατοσ εὐδοκίμησε καὶ περὶ τὰσ Αἰτωλικὰσ πράξεισ, ὅτε συμβαλεῖν μὲν αὐτοῖσ πρὸ τῆσ Μεγαρικῆσ ὡρμημένων τῶν Ἀχαιῶν, καὶ τοῦ βασιλέωσ τῶν Λακεδαιμονίων Ἄγιδοσ ἀφικομένου μετὰ δυνάμεωσ καὶ συνεξορμῶντοσ ἐπὶ τὴν μάχην τοὺσ Ἀχαιούσ, ἐναντιωθεὶσ καὶ πολλὰ μὲν ὀνείδη, πολλὰ δ’ εἰσ μαλακίαν καὶ ἀτολμίαν καὶ σκώμματα καὶ χλευασμὸν ὑπομείνασ οὐ προήκατο τὸν τοῦ συμφέροντοσ λογισμὸν διὰ τὸ φαινόμενον αἰσχρόν, ἀλλὰ παρεχώρησε τοῖσ πολεμίοισ ὑπερβαλοῦσι τὴν Γεράνειαν ἀμαχεὶ παρελθεῖν εἰσ Πελοπόννησον· (Plutarch, Aratus, chapter 31 1:1)

    (플루타르코스, Aratus, chapter 31 1:1)

  • ὁ δὲ Ἄρατοσ ὡσ ᾔσθετο βαδίζοντα καὶ περὶ Λέρναν ὄντα μετὰ τῆσ δυνάμεωσ, φοβηθεὶσ ἀπέστελλε πρέσβεισ τοὺσ ἀξιοῦντασ ὡσ παρὰ φίλουσ καὶ συμμάχουσ αὐτὸν ἥκειν μετὰ τριακοσίων, εἰ δὲ ἀπιστεῖ, λαβεῖν ὁμήρουσ, ταῦτα ὕβριν εἶναι καὶ χλευασμὸν αὑτοῦ φήσασ ὁ Κλεομένησ ἀνέζευξεν, ἐπιστολὴν γράψασ τοῖσ Ἀχαιοῖσ ἐγκλήματα πολλὰ κατὰ τοῦ Ἀράτου καὶ διαβολὰσ ἔχουσαν. (Plutarch, Aratus, chapter 39 2:1)

    (플루타르코스, Aratus, chapter 39 2:1)

  • οὐδὲν οὖν τούτου διαφέρουσιν οἱ πρὸσ πᾶσαν ἀποδυόμενοι πολιτικὴν πρᾶξιν, ἀλλὰ μεμπτούσ τε ταχὺ ποιοῦσιν ἑαυτοὺσ τοῖσ πολλοῖσ, ἐπαχθεῖσ τε γίγνονται καὶ κατορθοῦντεσ ἐπίφθονοι , κἂν σφαλῶσιν, ἐπίχαρτοι, καὶ τὸ θαυμαζόμενον αὐτῶν ἐν ἀρχῇ τῆσ ἐπιμελείασ εἰσ χλευασμὸν ὑπονοστεῖ καὶ γέλωτα. (Plutarch, Praecepta gerendae reipublicae, chapter, section 15 12:1)

    (플루타르코스, Praecepta gerendae reipublicae, chapter, section 15 12:1)

유의어

  1. 조소

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION