헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ὑπόκρισις

3군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ὑπόκρισις ὑποκρίσεως

형태분석: ὑποκρισι (어간) + ς (어미)

어원: u(pokri/nomai

  1. 회답, 답, 대답
  2. 행위, 막, 잘 하기, 잘 함, 사실, 출산
  3. 가식, 위선, 척, 겉보기
  1. reply, answer
  2. the part of an actor or orator: delivery, delivery, elocution, act
  3. outward show, hypocrisy, pretense

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ὑπόκρισις

회답이

ὑποκρίσει

회답들이

ὑποκρίσεις

회답들이

속격 ὑποκρίσεως

회답의

ὑποκρίσοιν

회답들의

ὑποκρίσεων

회답들의

여격 ὑποκρίσει

회답에게

ὑποκρίσοιν

회답들에게

ὑποκρίσεσιν*

회답들에게

대격 ὑπόκρισιν

회답을

ὑποκρίσει

회답들을

ὑποκρίσεις

회답들을

호격 ὑπόκρισι

회답아

ὑποκρίσει

회답들아

ὑποκρίσεις

회답들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • "^ ἦν δὴ τὸ ἐπὶ τούτῳ ὁ μὲν πάνυ ἀπίθανοσ ἐν τῇ ὑποκρίσει, συνείρων οἱο͂ν εἰκὸσ ἐκ πολλοῦ ἐσκεμμένα καὶ μεμελετημένα, εἰ καὶ ὅτι μάλιστα ἡ ἀναισχυντία . (Lucian, Pseudologista, (no name) 5:6)

    (루키아노스, Pseudologista, (no name) 5:6)

  • τε καὶ ἰδίων ἀγώνων, αὐτοῦ λέγοντοσ ἐκείνου τὰ ἑαυτοῦ μετὰ τῆσ ἀξιώσεωσ, ἧσ εἶχε, τὴν αὐτοπάθειαν καὶ τὸ παράστημα τῆσ ψυχῆσ ἀποδεικνυμένου, κοσμοῦντοσ ἅπαντα καὶ χρωματίζοντοσ τῇ πρεπούσῃ ὑποκρίσει, ἧσ δεινότατοσ ἀσκητὴσ ἐγένετο, ὡσ ἅπαντέσ τε ὁμολογοῦσι καὶ ἐξ αὐτῶν ἰδεῖν ἔστι τῶν λόγων, ὧν ἄρτι προηνεγκάμην, οὓσ οὐκ ἔνι τῷ βουλομένῳ ἐν ἡδονῇ ὡσ ἀνάγνωσμα διελθεῖν, ἀλλ’ αὐτοὶ διδάσκουσι, πῶσ αὐτοὺσ ὑποκρίνεσθαι δεῖ, νῦν μὲν εἰρωνευόμενον, νῦν δὲ ἀγανακτοῦντα, νῦν δὲ νεμεσῶντα, δεδιττόμενόν τε αὖ καὶ θεραπεύοντα καὶ νουθετοῦντα καὶ παρορμῶντα καὶ πάνθ’, ἃ βούλεται ποιεῖν ἡ λέξισ, ἀποδεικνύμενον ἐπὶ τῆσ προφορᾶσ. (Dionysius of Halicarnassus, De Demosthene, chapter 22 2:1)

    (디오니시오스, De Demosthene, chapter 22 2:1)

  • ἐπεὶ δ’ ἐγγὺσ φαινόμενα τὰ πάθη ἐλεεινά ἐστιν, τὰ δὲ μυριοστὸν ἔτοσ γενόμενα ἢ ἐσόμενα οὔτε ἐλπίζοντεσ οὔτε μεμνημένοι ἢ ὅλωσ οὐκ ἐλεοῦσιν ἢ οὐχ ὁμοίωσ, ἀνάγκη τοὺσ συναπεργαζομένουσ σχήμασι καὶ φωναῖσ καὶ ἐσθῆσι καὶ ὅλωσ ὑποκρίσει ἐλεεινοτέρουσ εἶναι ἐγγὺσ γὰρ ποιοῦσι φαίνεσθαι τὸ κακόν, πρὸ ὀμμάτων ποιοῦντεσ ἢ ὡσ μέλλοντα ἢ ὡσ γεγονότα· (Aristotle, Rhetoric, Book 2, chapter 8 14:1)

    (아리스토텔레스, 수사학, Book 2, chapter 8 14:1)

  • ἐπὶ τῶν ἐν ὑποκρίσει ἐξαπατᾶν πειρώμενοι. (Unknown, Elegy and Iambus, Volume II, , <*/b Ia)mbika/>59)

    (작자 미상, 비가, , <*/b Ia)mbika/>59)

  • τοὺσ γὰρ ὑπερβεβλημένωσ χαίροντασ μέλεσιν ἢ ὑποκρίσει οὐθεὶσ ἀκολάστουσ λέγει, οὐδὲ τοὺσ ὡσ δεῖ σώφρονασ. (Aristotle, Nicomachean Ethics, Book 3 139:3)

    (아리스토텔레스, 니코마코스 윤리학, Book 3 139:3)

유의어

  1. 회답

  2. 가식

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION