- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

τρῖψις?

3군 변화 명사; 자동번역 로마알파벳 전사: trīpsis 고전 발음: [립:시] 신약 발음: [립시]

기본형: τρῖψις τρῖψεως

형태분석: τριψι (어간) + ς (어미)

어원: τρίβω

  1. 탈곡, 비빔, 마찰
  2. 견고, 확고부동, 인내
  1. rubbing, friction
  2. resistance to the touch when rubbed, firmness
  3. potted meats

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 τρῖψις

탈곡이

τρίψει

탈곡들이

τρίψεις

탈곡들이

속격 τρίψεως

탈곡의

τρίψοιν

탈곡들의

τρίψεων

탈곡들의

여격 τρίψει

탈곡에게

τρίψοιν

탈곡들에게

τρίψεσι(ν)

탈곡들에게

대격 τρίψιν

탈곡을

τρίψει

탈곡들을

τρίψεις

탈곡들을

호격 τρίψι

탈곡아

τρίψει

탈곡들아

τρίψεις

탈곡들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ι Ὅτι ἡ τρῖψις ταῖς κυσὶν ὠφέλιμος, καὶ πῶς ταύτας δεῖ ἀποτρίβειν. (Arrian, Cynegeticus, chapter pr12)

    (아리아노스, Cynegeticus, chapter pr12)

  • μέγα δὲ ὄφελος κυνὶ καὶ τρῖψις τοῦ σώματος παντός, οὐ μεῖον ἢ ἵππῳ: (Arrian, Cynegeticus, chapter 10 1:1)

    (아리아노스, Cynegeticus, chapter 10 1:1)

  • ὥστ αὐτὸς ἀροῦν ἐπαναγκασθεὶς καὶ σκάπτειν τἄλλα τε μοχθεῖν ὀδυνηρότερον τρίψεις βίοτον πολὺ τοῦ νῦν. (Aristophanes, Plutus, Agon, epirrheme24)

    (아리스토파네스, Plutus, Agon, epirrheme24)

  • καὶ μὴν θρέψω γ αὐτὸν παρέχων ὅσα πρεσβύτῃ ξύμφορα, χόνδρον λείχειν, χλαῖναν μαλακήν, σισύραν, πόρνην, ἥτις τὸ πέος τρίψει καὶ τὴν ὀσφῦν. (Aristophanes, Wasps, Choral, anapests1)

    (아리스토파네스, Wasps, Choral, anapests1)

  • ἀναγνόντα δ ἢ διαλεχθέντα λιπαρᾷ καὶ ἀλεεινῇ τρίψει χρηστέον πρὸ τοῦ περιπάτου καὶ μαλάξει τῆς σαρκός, ὡς ἀνυστόν ἐστι, τῶν σπλάγχνων ποιούμενον ἁφὴν καὶ τὸ πνεῦμα πράως διομαλύνοντα καὶ διαχέοντα μέχρι τῶν ἄκρων. (Plutarch, De tuenda sanitate praecepta, chapter, section 16 9:3)

    (플루타르코스, De tuenda sanitate praecepta, chapter, section 16 9:3)

  • Ἢν ἐκ προσαγωγῆς ἐώσι, γυμνάσια ὀρθὰ ἐς στέρνα καὶ ὤμους, χειρονομίη , ἁλτήρων βολὴ, ἔξαλσις, καὶ ἡ ξυνευπαί δευτος ἐν τούτοις ἀνείλησις· τρῖψις τὰ πρῶτα καὶ τὰ ὕστατα σκελῶν, κεφαλῆς δὲ ἐς μέσον. (Aretaeus, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., ARETAIOU KAPPADOKOU XRONIWN NOUSWN QERAPEUTIKON, 52)

    (아레타이오스, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., ARETAIOU KAPPADOKOU XRONIWN NOUSWN QERAPEUTIKON, 52)

  • δίνησις δὲ σκοτώματος καὶ τῆς ἐπιληψίης πρόκλησις· ἀπὸ δὲ τῆς αἰώρης, περίπατος ἠρεμαῖος· ἔπειτα ἡ ἡσυχίη, ἐς ἀποκατάστασιν τοῦ ἐν τῇ αἰώρῃ ταράχου · γυμνάσια δὲ ἐπὶ τούτοισι πρὸς χεῖρας, τριβέντων τῶν ἄκρων ἀφ ἡμιτυμβίου λινοῖσι ὠμοῖσι· ἄλειμμα μὴ κάρτα λιπαρόν· τρῖψις ἐν μελλήσει μὲν οὖσα, σκληροτέρη δ ἐς πύκνωσιν · οἰδαλέοι γὰρ καὶ παχέες οἱ πλεῖστοι. (Aretaeus, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., ARETAIOU KAPPADOKOU XRONIWN NOUSWN QERAPEUTIKON, 138)

    (아레타이오스, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., ARETAIOU KAPPADOKOU XRONIWN NOUSWN QERAPEUTIKON, 138)

  • Εἶτα γυμναζέσθω καὶ ἀφιδρούτω‧ γυμνασίου δὲ τρίψις, πάλη ἀπὸ ὄρθρου‧ δρόμου δὲ ἀπεχέσθω, καὶ μέθης, καὶ τῶν δριμέων ἔξω ὀριγάνου‧ ἐμεέτω δὲ δι ἑπτὰ ἡμερέων ἢ τρὶς ἐν τῷ μηνί‧ οὕτω γὰρ ἂν ἔχοι ἄριστα τὸ σῶμα‧ οἶνον δὲ κιῤῬὸν αὐστηρὸν, ὑδαρέα, καὶ ὀλίγον τὸ ποτὸν πινέτω. (Hippocrates, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 29.4)

    (히포크라테스, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 29.4)

유의어

  1. 견고

  2. potted meats

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION