- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ταπεινός?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: tapeinos 고전 발음: [따뻬] 신약 발음: [따삐노]

기본형: ταπεινός

형태분석: ταπειν (어간) + ος (어미)

  1. 얕은, 낮은, 납작한
  2. 작은, 약한, 무른, 가난한, 허약한, 어려운, 미미한, 안타까운
  3. 고개를 숙인, 낙심한, 의기소침한
  4. 비열한, 던지러운, 비참한, 불명예스러운
  5. 겸손한, 기본적인, 낮은
  1. low, (of place) low-lying
  2. (of persons) humbled, abased in power, pride; submissive; small, poor, weak
  3. (of the spirits) downcast, dejected
  4. (in moral sense);, (bad) mean, base, abject
  5. (good) lowly, humble

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ταπεινός

얕은 (이)가

ταπεινή

얕은 (이)가

τάπεινον

얕은 (것)가

속격 ταπεινοῦ

얕은 (이)의

ταπεινῆς

얕은 (이)의

ταπείνου

얕은 (것)의

여격 ταπεινῷ

얕은 (이)에게

ταπεινῇ

얕은 (이)에게

ταπείνῳ

얕은 (것)에게

대격 ταπεινόν

얕은 (이)를

ταπεινήν

얕은 (이)를

τάπεινον

얕은 (것)를

호격 ταπεινέ

얕은 (이)야

ταπεινή

얕은 (이)야

τάπεινον

얕은 (것)야

쌍수주/대/호 ταπεινώ

얕은 (이)들이

ταπεινά

얕은 (이)들이

ταπείνω

얕은 (것)들이

속/여 ταπεινοῖν

얕은 (이)들의

ταπειναῖν

얕은 (이)들의

ταπείνοιν

얕은 (것)들의

복수주격 ταπεινοί

얕은 (이)들이

ταπειναί

얕은 (이)들이

τάπεινα

얕은 (것)들이

속격 ταπεινῶν

얕은 (이)들의

ταπεινῶν

얕은 (이)들의

ταπείνων

얕은 (것)들의

여격 ταπεινοῖς

얕은 (이)들에게

ταπειναῖς

얕은 (이)들에게

ταπείνοις

얕은 (것)들에게

대격 ταπεινούς

얕은 (이)들을

ταπεινάς

얕은 (이)들을

τάπεινα

얕은 (것)들을

호격 ταπεινοί

얕은 (이)들아

ταπειναί

얕은 (이)들아

τάπεινα

얕은 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐν γὰρ τοῖς τοιούτοις οὐχ οὕτω τὸ μικρὸν μεῖζον γίγνεται τῇ παραθέσει, ὡς τὸ μεῖζον ἀπομικρύνεται πρὸς τὸ ταπεινότερον κατασπώμενον: (Lucian, Pro imaginibus, (no name) 13:2)

    (루키아노스, Pro imaginibus, (no name) 13:2)

  • ἀλλ εἰ μέλλουσιν ὁμήλικες φανεῖσθαι, ὁ μείζων ἐκεῖνος ἐπικύψει καὶ ταπεινότερον ἀποφανεῖ ἑαυτόν. (Lucian, Pro imaginibus, (no name) 13:4)

    (루키아노스, Pro imaginibus, (no name) 13:4)

  • πάνυ γὰρ τοῦθ ἡμῖν ἀδύνατον οὐδ αὖ ἐκείνῳ περιθεὶς τοὺς λόγους, μὴ καὶ κατ ἄλλο τι γένωμαι τοῖς ὑποκριταῖς ἐκείνοις ὅμοιος, οἳ πολλάκις ἢ Ἀγαμέμνονος ἢ Κρέοντος ἢ καὶ Ἡρακλέους αὐτοῦ πρόσωπον ἀνειληφότες, χρυσίδας ἠμφιεσμένοι καὶ δεινὸν βλέποντες καὶ μέγα κεχηνότες μικρὸν φθέγγονται καὶ ἰσχνὸν καὶ γυναικῶδες καὶ τῆς Ἑκάβης ἢ Πολυξένης πολὺ ταπεινότερον. (Lucian, Nigrinus, Nigrinou Fiaosofia 11:2)

    (루키아노스, Nigrinus, Nigrinou Fiaosofia 11:2)

  • τινὲς δὲ τοῦ λόγου τούτου παραμυθούμενοι τὸ μυθῶδες οὔ φασι κατάραις ὑπαγαγέσθαι τὴν θάλατταν αὐτόν, ἀλλὰ τοῦ πεδίου τὸ πιότατον ὑποκεῖσθαι τῇ θαλάττῃ ταπεινότερον: (Plutarch, Mulierum virtutes, 2:3)

    (플루타르코스, Mulierum virtutes, 2:3)

  • τινὲς δὲ τοῦ λόγου τούτου παραμυθούμενοι τὸ μυθῶδες οὔ φασι κατάραις ὑπαγαγέσθαι τὴν θάλασσαν αὐτόν, ἀλλὰ τοῦ πεδίου τὸ πιότατον ὑποκεῖσθαι τῇ θαλάσσῃ ταπεινότερον: (Plutarch, Mulierum virtutes, 6:3)

    (플루타르코스, Mulierum virtutes, 6:3)

관련어

명사

형용사

동사

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION