헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

σῦριγξ

3군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: σῦριγξ σύριγγος

형태분석: συριγγ (어간) + ς (어미)

  1. 호루라기
  1. pan pipes
  2. catcall, whistle, hiss
  3. mouthpiece of an αὐλός ‎(aulós, “pipe, flute”)
  4. quill of the cassia
  5. anything pipe shaped

곡용 정보

3군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἕτερον δὲ τεράστιον ἄνθρωπον, τράγῳ τὰ νέρθεν ἐοικότα,’ κομήτην τὰ σκέλη, κέρατα ἔχοντα, βαθυπώγωνα, ὀργίλον καὶ θυμικόν, θατέρᾳ μὲν σύριγγα φέροντα, τῇ δεξιᾷ δὲ ῥάβδον καμπύλην ἐπηρμένον καὶ περισκιρτῶντα ὅλον τὸ στρατόπεδον, καὶ τὰ γύναια δὲ φοβεῖσθαι αὐτὸν καὶ σείειν ἠνεμωμένασ τὰσ κόμασ, ὁπότε προσίοι, καὶ βοᾶν εὐοῖ· (Lucian, (no name) 2:4)

    (루키아노스, (no name) 2:4)

  • τότε οὖν ἐγὼ τὴν σύριγγα λαβών, ἀποβεβλήκει γὰρ αὐτὴν ὑπὸ τοῦ δέουσ ‐ ἀλλὰ γὰρ ὁ διαιτητὴσ οὑτοσὶ πλησίον, ὥστε προσείπωμεν αὐτόν. (Lucian, Dearum judicium, (no name) 6:5)

    (루키아노스, Dearum judicium, (no name) 6:5)

  • ἔνθεν ἔχων σύριγγα κατ’ ἤθεα καλὰ νομήων Πανὶ καὶ Ἑρμάωνι φίλην ἀνεβάλλετο μολπήν· (Colluthus, Rape of Helen, book 157)

    (콜루토스, Rape of Helen, book 157)

  • μὴ πρότερον ἀπέλθῃσ, ὦ Ἑρμῆ, πρὶν εἰπεῖν ὅστισ οὗτοσ ὁ προσιών ἐστιν, ὁ κερασφόροσ, ὁ τὴν σύριγγα, ὁ λάσιοσ ἐκ τοῖν σκελοῖν. (Lucian, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 9:4)

    (루키아노스, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 9:4)

  • ὁ δὲ ὀρχηστὴσ τὰ πάντα ἔχει συλλαβών, καὶ ἔνεστιν ποικίλην καὶ παμμιγῆ τὴν παρασκευὴν αὐτοῦ ἰδεῖν, αὐλόν, σύριγγα, ποδῶν κτύπον, κυμβάλου ψόφον, ὑποκριτοῦ εὐφωνίαν, ᾀδόντων ὁμοφωνίαν. (Lucian, De saltatione, (no name) 68:1)

    (루키아노스, De saltatione, (no name) 68:1)

유의어

  1. pan pipes

  2. 호루라기

  3. mouthpiece of an αὐλός ‎

  4. quill of the cassia

관련어

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION