- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

συνεργός?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: synergos 고전 발음: [쉬네] 신약 발음: [쉬내]

기본형: συνεργός συνεργόν

형태분석: συνεργ (어간) + ος (어미)

어원: ἔργω

  1. 시장의, 시장에 속하는
  1. working together, joining or helping in work, a fellow-workman, helpmate, coadjutor, accomplice, helping to make, helping towards, helping, in
  2. of the same trade as, a fellow-workman, colleague

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 συνεργός

시장의 (이)가

σύνεργον

시장의 (것)가

속격 συνεργοῦ

시장의 (이)의

συνέργου

시장의 (것)의

여격 συνεργῷ

시장의 (이)에게

συνέργῳ

시장의 (것)에게

대격 συνεργόν

시장의 (이)를

σύνεργον

시장의 (것)를

호격 συνεργέ

시장의 (이)야

σύνεργον

시장의 (것)야

쌍수주/대/호 συνεργώ

시장의 (이)들이

συνέργω

시장의 (것)들이

속/여 συνεργοῖν

시장의 (이)들의

συνέργοιν

시장의 (것)들의

복수주격 συνεργοί

시장의 (이)들이

σύνεργα

시장의 (것)들이

속격 συνεργῶν

시장의 (이)들의

συνέργων

시장의 (것)들의

여격 συνεργοῖς

시장의 (이)들에게

συνέργοις

시장의 (것)들에게

대격 συνεργούς

시장의 (이)들을

σύνεργα

시장의 (것)들을

호격 συνεργοί

시장의 (이)들아

σύνεργα

시장의 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • μάλιστα τὰς νύκτας πρὸς τὰς τοιαύτας ἐπιβουλὰς συνεργοὺς ἐλάμβανε. καὶ λαλιά τις τῆς εὐανδρίας αὐτοῦ διεχεῖτο πανταχῆ. (Septuagint, Liber Maccabees II 8:7)

    (70인역 성경, Liber Maccabees II 8:7)

  • καιρὸν δὲ λαβὼν τῆς ἰδίας ἀνοίας συνεργόν, προσκληθεὶς εἰς συνέδριον ὑπὸ τοῦ Δημητρίου καὶ ἐπερωτηθεὶς ἐν τίνι διαθέσει καὶ βουλῇ καθεστήκασιν οἱ Ἰουδαῖοι, πρὸς ταῦτα ἔφη. (Septuagint, Liber Maccabees II 14:5)

    (70인역 성경, Liber Maccabees II 14:5)

  • καί μοι δοκῶ συνεργῶν καὶ αὐτὸς δεήσεσθαι πρὸς τὴν εἰκόνα, οὐ πλαστῶν οὐδὲ γραφέων μόνον, ἀλλὰ καὶ φιλοσόφων, ὡς πρὸς τοὺς ἐκείνων κανόνας ἀπευθῦναι τὸ ἄγαλμα καὶ δεῖξαι κατὰ τὴν ἀρχαίαν πλαστικὴν κατεσκευασμένον. (Lucian, Imagines, (no name) 12:4)

    (루키아노스, Imagines, (no name) 12:4)

  • λαμβάνων δὲ οὐκ αὐτὸς ἐχρῆτο μόνος οὐδ εἰς πλοῦτον ἀπεθησαύριζεν, ἀλλὰ πολλοὺς ἤδη περὶ αὑτὸν ἔχων συνεργοὺς καὶ ὑπηρέτας καὶ πευθῆνας καὶ χρησμοποιοὺς καὶ χρησμοφύλακας καὶ ὑπογραφέας καὶ ἐπισφραγιστὰς καὶ ἐξηγητάς, ἅπασιν ἔνεμεν ἑκάστῳ τὸ κατ ἀξίαν. (Lucian, Alexander, (no name) 23:3)

    (루키아노스, Alexander, (no name) 23:3)

  • τάσδε δ ἃς ἄγων πάρει κακῶν συνεργοὺς ἢ διεμπολήσομεν ἢ χεῖρα δούπου τοῦδε καὶ βύρσης κτύπου παύσας, ἐφ ἱστοῖς δμωίδας κεκτήσομαι. (Euripides, episode 3:46)

    (에우리피데스, episode 3:46)

  • οἴκτῳ δ ἀφῆκεν ὠμότητα - καὶ θεὸς συνεργὸς ἦν τῷ παιδὶ μὴ κπεσεῖν δόμων - τρέφει δέ νιν λαβοῦσα. (Euripides, Ion, episode 4:3)

    (에우리피데스, Ion, episode 4:3)

  • ὁ δὲ συνεργὸς ἄλλ ἔπρασς ἰὼν κακὸς Φωκεύς: (Euripides, episode, lyric 2:8)

    (에우리피데스, episode, lyric 2:8)

  • "πάθους δὲ γάμου καὶ φιλότητος εἰς ὁμοφροσύνην καὶ κοινωνίαν τελευτώσης οὐδεὶς θεῶν μάρτυς οὐδ ἐπίσκοπος οὐδ ἡγεμὼν ἢ συνεργὸς ἡμῖν γέγονεν· (Plutarch, Amatorius, section 14 1:4)

    (플루타르코스, Amatorius, section 14 1:4)

  • καὶ κυριωτάτων τῷ ἡγεμόνι καὶ πρώτῳ θεῷ γίγνεται συνεργός. (Plutarch, Platonicae quaestiones, chapter 8, section 4 16:1)

    (플루타르코스, Platonicae quaestiones, chapter 8, section 4 16:1)

  • οὑτοσὶ δ ὁ κοινωνὸς αὐτοῦ καὶ συνεργὸς τὸ μὲν πρῶτον εὐθὺς ἐν τῷ πλοίῳ παρὰ τἀδικήματα, ὡς οὐδὲν εἰδώς, ἀλλ ἐκπεπληγμένος καὶ αὐτός, ἔπειθεν τὸν πρῳρέα καὶ τοὺς ναύτας εἰς τὸν λέμβον ἐκβαίνειν καὶ ἐκλιπεῖν τὴν ναῦν τὴν ταχίστην, ὡς ἀνελπίστου τῆς σωτηρίας οὔσης καὶ καταδυσομένης τῆς νεὼς αὐτίκα μάλα, ἵν, ὅπερ διενοήθησαν, τοῦτ ἐπιτελεσθείη καὶ ἡ ναῦς ἀπόλοιτο καὶ τὰ συμβόλαι ἀποστερήσαιεν. (Demosthenes, Speeches 31-40, 11:1)

    (데모스테네스, Speeches 31-40, 11:1)

유의어

  1. of the same trade as

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION