고전 발음: [] 신약 발음: []
Principal Part: συμφορητός συμφορητή συμφορητόν
Structure: συμφορητ (Stem) + ος (Ending)
Masculine | Feminine | Neuter | ||
---|---|---|---|---|
Singular | Nominative | συμφορητός | συμφορητή | συμφορητόν |
Genitive | συμφορητοῦ | συμφορητῆς | συμφορητοῦ | |
Dative | συμφορητῷ | συμφορητῇ | συμφορητῷ | |
Accusative | συμφορητόν | συμφορητήν | συμφορητόν | |
Vocative | συμφορητέ | συμφορητή | συμφορητόν | |
Dual | N/A/V | συμφορητώ | συμφορητᾱ́ | συμφορητώ |
G/D | συμφορητοῖν | συμφορηταῖν | συμφορητοῖν | |
Plural | Nominative | συμφορητοί | συμφορηταί | συμφορητά |
Genitive | συμφορητῶν | συμφορητῶν | συμφορητῶν | |
Dative | συμφορητοῖς | συμφορηταῖς | συμφορητοῖς | |
Accusative | συμφορητούς | συμφορητᾱ́ς | συμφορητά | |
Vocative | συμφορητοί | συμφορηταί | συμφορητά |
Positive | Comparative | Superlative | |
---|---|---|---|
Adjective | συμφορητός συμφορητοῦ | συμφορητότερος συμφορητοτεροῦ | συμφορητότατος συμφορητοτατοῦ |
Adverb | συμφορητώς | συμφορητότερον | συμφορητότατα |
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.
Find this word at Perseus Greek Word Study Tool고전 발음: [] 신약 발음: []
이 저작물은 크리에이티브 커먼즈 저작자표시-비영리 4.0 국제 라이선스에 따라 이용할 수 있습니다.
bab2min@gmail.com
호흡부호 보기
강세부호 보기
장단부호 보기
작은 Iota 보기
모든 부호 보기