- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

συγχωρητέος?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: synchōrēteos 고전 발음: [슁코:레:떼오] 신약 발음: [슁코레때오]

기본형: συγχωρητέος συγχωρητέα συγχωρητέον

형태분석: συγχωρητε (어간) + ος (어미)

어원: συγχωρέω의 분사형

  1. to be conceded
  2. one must concede

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 συγχωρητέος

(이)가

συγχωρητέα

(이)가

συγχωρητέον

(것)가

속격 συγχωρητέου

(이)의

συγχωρητέας

(이)의

συγχωρητέου

(것)의

여격 συγχωρητέῳ

(이)에게

συγχωρητέᾳ

(이)에게

συγχωρητέῳ

(것)에게

대격 συγχωρητέον

(이)를

συγχωρητέαν

(이)를

συγχωρητέον

(것)를

호격 συγχωρητέε

(이)야

συγχωρητέα

(이)야

συγχωρητέον

(것)야

쌍수주/대/호 συγχωρητέω

(이)들이

συγχωρητέα

(이)들이

συγχωρητέω

(것)들이

속/여 συγχωρητέοιν

(이)들의

συγχωρητέαιν

(이)들의

συγχωρητέοιν

(것)들의

복수주격 συγχωρητέοι

(이)들이

συγχωρητέαι

(이)들이

συγχωρητέα

(것)들이

속격 συγχωρητέων

(이)들의

συγχωρητεῶν

(이)들의

συγχωρητέων

(것)들의

여격 συγχωρητέοις

(이)들에게

συγχωρητέαις

(이)들에게

συγχωρητέοις

(것)들에게

대격 συγχωρητέους

(이)들을

συγχωρητέας

(이)들을

συγχωρητέα

(것)들을

호격 συγχωρητέοι

(이)들아

συγχωρητέαι

(이)들아

συγχωρητέα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τὸ δὲ σύντομον τῆς λέξεως μεταδιώκειν καὶ τὸ ἐξεργαστικὸν τῆς πραγματείας παραιτεῖσθαι τῷ τὴν μετάφρασιν ποιουμένῳ συγχωρητέον. (Septuagint, Liber Maccabees II 2:31)

    (70인역 성경, Liber Maccabees II 2:31)

  • ἀκόλουθα γὰρ τῇ ἀρχῇ, περὶ ᾗς ἐχρῆν εὐθὺς σκοπεῖν εἴπερ δεκτέα καὶ εἰ συγχωρητέα οὕτως ἔχειν. (Lucian, 152:3)

    (루키아노스, 152:3)

  • εἰ μὲν οὖν τὸ ἐν τῇ εἱμαρμένῃ πάντα περιέχεσθαι δηλοῖ, συγχωρητέον εἶναι ἀληθές: (Plutarch, De fato, section 5 2:1)

    (플루타르코스, De fato, section 5 2:1)

  • ἡμῖν δ οὐχὶ συγχωρητέα. (Sophocles, Oedipus at Colonus, episode 3:18)

    (소포클레스, Oedipus at Colonus, episode 3:18)

  • νόσον μὲν δὴ ψυχῆς ἄνοιαν συγχωρητέον, δύο δ ἀνοίας γένη, τὸ μὲν μανίαν, τὸ δὲ ἀμαθίαν. (Plato, Hippias Major, Hippias Minor, Ion, Menexenus, Cleitophon, Timaeus, Critias, Minos, Epinomis, 452:2)

    (플라톤, Hippias Major, Hippias Minor, Ion, Menexenus, Cleitophon, Timaeus, Critias, Minos, Epinomis, 452:2)

유의어

  1. to be conceded

  2. one must concede

관련어

명사

형용사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION