고전 발음: [] 신약 발음: []
기본형: στασιαστικός στασιαστική στασιαστικόν
형태분석: στασιαστικ (어간) + ος (어미)
남성 | 여성 | 중성 | ||
---|---|---|---|---|
단수 | 주격 | στασιαστικός 성급한 (이)가 | στασιαστική 성급한 (이)가 | στασιαστικόν 성급한 (것)가 |
속격 | στασιαστικοῦ 성급한 (이)의 | στασιαστικῆς 성급한 (이)의 | στασιαστικοῦ 성급한 (것)의 | |
여격 | στασιαστικῷ 성급한 (이)에게 | στασιαστικῇ 성급한 (이)에게 | στασιαστικῷ 성급한 (것)에게 | |
대격 | στασιαστικόν 성급한 (이)를 | στασιαστικήν 성급한 (이)를 | στασιαστικόν 성급한 (것)를 | |
호격 | στασιαστικέ 성급한 (이)야 | στασιαστική 성급한 (이)야 | στασιαστικόν 성급한 (것)야 | |
쌍수 | 주/대/호 | στασιαστικώ 성급한 (이)들이 | στασιαστικᾱ́ 성급한 (이)들이 | στασιαστικώ 성급한 (것)들이 |
속/여 | στασιαστικοῖν 성급한 (이)들의 | στασιαστικαῖν 성급한 (이)들의 | στασιαστικοῖν 성급한 (것)들의 | |
복수 | 주격 | στασιαστικοί 성급한 (이)들이 | στασιαστικαί 성급한 (이)들이 | στασιαστικά 성급한 (것)들이 |
속격 | στασιαστικῶν 성급한 (이)들의 | στασιαστικῶν 성급한 (이)들의 | στασιαστικῶν 성급한 (것)들의 | |
여격 | στασιαστικοῖς 성급한 (이)들에게 | στασιαστικαῖς 성급한 (이)들에게 | στασιαστικοῖς 성급한 (것)들에게 | |
대격 | στασιαστικούς 성급한 (이)들을 | στασιαστικᾱ́ς 성급한 (이)들을 | στασιαστικά 성급한 (것)들을 | |
호격 | στασιαστικοί 성급한 (이)들아 | στασιαστικαί 성급한 (이)들아 | στασιαστικά 성급한 (것)들아 |
원급 | 비교급 | 최상급 | |
---|---|---|---|
형용사 |
στασιαστικός στασιαστικοῦ 성급한 (이)의 |
στασιαστικότερος στασιαστικοτεροῦ 더 성급한 (이)의 |
στασιαστικότατος στασιαστικοτατοῦ 가장 성급한 (이)의 |
부사 | στασιαστικώς | στασιαστικότερον | στασιαστικότατα |
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
(플루타르코스, Camillus, chapter 31 2:1)
(플루타르코스, Lives, chapter 6 1:1)
(플루타르코스, Lives, chapter 29 2:1)
(플루타르코스, Dion, chapter 53 3:1)
(아이스키네스, 연설,
출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.
이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기고전 발음: [] 신약 발음: []
호흡부호 보기
강세부호 보기
장단부호 보기
작은 Iota 보기
모든 부호 보기